Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2022

Βιβλιοκριτική| Annie Ernaux - Ο τόπος | Νινέτα Πλυτά

 


Ξενόγλωσσος Τίτλος: La place
Εκδόσεις: Mεταίχμιο
Μεταφράστρια: Ρίτα Κολαΐτη 
Χρονολογία έκδοσης: 2022
Αριθμός σελίδων: 107

Ο Τόπος είναι το πρώτο βιβλίο της Ernaux που διαβάζω. Δεν το επέλεξα τόσο λόγω του Νόμπελ που πήρε αλλά επειδή χαζεύοντας σ' ένα βιβλιοπωλείο, μου κίνησε την περιέργεια το θέμα. Η σχέση πατέρα-κόρης και η απόκλιση στις αντιλήψεις που προκύπτει απ' την είσοδο της στο πανεπιστήμιο και ταυτοχρόνως σε μια άλλη ζωή. 

Το θέμα μού φάνηκε πολύ ενδιαφέρον και στην αρχή θεώρησα ότι είναι κάτι πολύ κοινό, με την έννοια ότι μπορεί να συμβεί στον καθένα μας. Διαβάζοντας όμως την ιστορία κατέληξα ότι δεν είναι τόσο κοινό όσο νόμιζα. Σίγουρα η απόσταση μεταξύ πατέρα και κόρης είναι κάτι που όντως μπορεί να συμβεί στον καθένα. Αλλά οι λόγοι που συνέβη αυτό στην συγκεκριμένη ιστορία δεν είναι τόσο κοινοί. Η είσοδος της κόρης στο πανεπιστήμιο είναι (πλέον) κάτι σχετικά σύνηθες. Η είσοδος της κόρης στο πανεπιστήμιο σε μία εποχή που ακόμη η αγροτική οικονομία ήταν στο φόρτε της, που η αστική τάξη δεν είχε αναπτυχθεί τόσο, δεν ήταν κάτι τόσο σύνηθες. Ή ακόμη κι αν ήταν, μπορούσε να δημιουργήσει μεγάλες αποκλίσεις λόγω του διαφορετικού τρόπου ζωής. Ας μην ξεχνάμε ότι το βιβλίο γράφτηκε το 1983 υπό διαφορετικές κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η συγγραφέας, ο πατέρας της οποίας προερχόταν από αγροτική οικογένεια, <<Κάθε φορά που μου μιλούσαν γι' αυτόν (εννοεί τον παππού της), άρχιζαν λέγοντας "δεν ήξερε μήτε να διαβάζει μήτε να γράφει", θαρρείς και τούτη η αρχική δήλωση ήταν αναγκαία για να εξηγήσει τη ζωή και τον χαρακτήρα του>> .

Από το πού δίνει έμφαση η ηρωίδα στην διήγηση της ιστορίας του πατέρα της φαίνεται ότι κατά τη γνώμη της η αιτία της απόστασης μεταξύ πατέρα και κόρης οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην κοινωνική τάξη, στην ταπεινή καταγωγή του, η επίγνωση της οποίας πολλές φορές τον κρατούσε πίσω στις συζητήσεις, στην επαγγελματική ανάπτυξη κλπ.. Για εκείνον όλα είχαν να κάνουν με την οικονομική ευχέρεια, στο μυαλό του δεν ήταν όλα για όλους. 

Με τη σειρά της και η κόρη επιβεβαιώνει ότι δεν έμεινε ανεπηρέαστη απ' τις διαφορές μεταξύ κοινωνικών τάξεων που είχαν αρχίσει να γίνονται ορατές: <<Ενέδωσα στην επιθυμία του κόσμου που ζω, ενός κόσμου που σε υποχρεώνει να λησμονήσεις τις αναμνήσεις μιας ταπεινής ζωής θαρρείς και ήταν κάτι που πρόδιδε κακό γούστο>>.

Γιατί τα αναφέρω όλα αυτά; Γιατί ίσως όλα αυτά στάθηκαν εμπόδιο στο να ταυτιστώ με την ηρωίδα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μου άρεσε το βιβλίο. Ίσα ίσα, ήταν κι ένα άγνωστο σε μένα βίωμα που με βοηθάει να κατανοήσω προηγούμενες γενιές. Ή τώρα που το καλοσκέφτομαι, δεν είναι και τόσο μακρινό αλλά μπορεί να περιγράψει τη σχέση γιαγιάδων/παππούδων με τα εγγόνια τους και την απόκλιση ως προς τον τρόπο ζωής και τις αντιλήψεις. Κι αν το σκεφτώ λίγο παραπάνω, ίσως να καλύπτει και ανθρώπους που ζουν στην επαρχία, όπου η ζωή δεν είναι τόσο έντονη όσο στις μεγάλες πόλεις, κι έτσι μπορεί να υπάρξει απόκλιση ως προς τις αντιλήψεις. Ειδικά όταν ένα νέος φεύγει από την επαρχία για να πάει να σπουδάσει. Σε αυτή την περίπτωση, παρόλο που δεν ζούμε στο 1980, θα συναντήσουμε διαφωνίες τόσο κατά τη διάρκεια των σπουδών και πολύ περισσότερο αργότερα, που οι ορίζοντες έχουν διευρυνθεί και ο άνθρωπος έχει μάθει κι άλλα πράγματα, είτε πάνω στο αντικείμενο σπουδών είτε όχι.

Τέλος, αναφορικά με τον τρόπο γραφής, νομίζω ότι η συγγραφέας πέτυχε να αποδώσει αυτή την απόσταση που ένιωθε. Όπως επισημαίνει η ίδια, περιγράφοντας γεγονότα, συγκεντρώνοντας λόγια, χειρονομίες και γενικά τα αντικειμενικά σημάδια της ύπαρξης του πατέρα της, χωρίς λυρικές αναπολήσεις, θριαμβευτική επίδειξη ειρωνείας αλλά με έναν ακύμαντο τρόπο γραφής, όπως απευθυνόταν στους γονείς της όταν τους έγραφε γράμματα. Σαν εξωτερικός παρατηρητής, σαν η ζωή να μην ήταν δική της. Αυτό ίσως να προβληματίσει τον αναγνώστη. Ομολογώ ότι κι εγώ περίμενα εσωτερικούς μονολόγους, πρωτοπρόσωπη αφήγηση, έντονα συναισθήματα απογοήτευσης, ίσως και κατηγορίες προς τον πατέρα. Συνειδητοποίησα όμως ότι αυτές οι αναγνωστικές προσδοκίες έχουν να κάνουν και με την εποχή μας, η οποία έχει στραφεί περισσότερο στην ψυχολογία του ατόμου και στην έκφραση των ανείπωτων. Ακόμη δηλαδή και οι συγγραφικές επιλογές σχετίζονται με την χρονική περίοδο συγγραφής, χωρίς φυσικά αυτό να μειώνει την αναγνωστική εμπειρία. Απλώς μας φέρνει σε επαφή με κάτι διαφορετικό, το οποίο όμως μπορεί να μας βοηθήσει να καταλάβουμε κάποιες πτυχές του δικού μας εαυτού. Ακόμη και το ότι εγώ προσωπικά περίμενα πιο προσωπική γραφή δείχνει κάτι για μένα ως άνθρωπο. Γιατί αυτό είναι η λογοτεχνία: ένα παράθυρο στον εξωτερικό αλλά και στον εσωτερικό μας κόσμο, μια ευκαιρία να γνωρίσουμε τον εαυτό μας μέσα από τις εμπειρίες των άλλων.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου