Μια από τις κορυφαίες πνευματικές φυσιογνωμίες του Νεότερου Ελληνισμού αλλά και εθνικός μας ποιητής, ο Διονύσιος Σολωμός, γεννιέται στις 8 Απριλίου του 1798 στη Ζάκυνθο, ως εξώγαμο τέκνο του κόντε Νικόλαου Σολωμού και της υπηρέτριάς του Αγγελικής Νίκλη. Σε λίγα μόλις χρόνια φεύγει για σπουδές στην Ιταλία. Σπουδάζει νομική, χωρίς όμως να ενδιαφερθεί ποτέ για αυτήν και να την ασκήσει. Παράλληλα αρχίζει να γράφει στίχους στην ιταλική γλώσσα. Εκεί έρχεται σε επαφή με διαπρεπείς φιλοσόφους, φιλολόγους και αξιόλογους εκπροσώπους της λογοτεχνικής κίνησης της εποχής. Η παραμονή του στην Ιταλία και η επαφή του με την πνευματική και πολιτιστική κοινότητα είχε σημαντική επιρροή στην μετέπειτα ποιητική πορεία του.
Το 1818 επιστρέφει στη Ζάκυνθο, όπου και παραμένει για δέκα χρόνια. Εκεί αρχίζει να γράφει τα πρώτα του στιχουργήματα στα ελληνικά, χωρίς όμως μεγάλη επιτυχία. Το πρώτο εκτενές ελληνικό ποίημά του και πλέον γνωστό είναι ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν. Γράφεται τον Μάιο του 1823, σε μια περίοδο έξαρσης της Ελληνικής Επανάστασης. Επηρεασμένος από τον αγώνα των Ελλήνων αποφασίζει πως πρέπει να συμβάλλει και εκείνος με κάποιον τρόπο στην επανάσταση των συμπατριωτών του. Οι δύο πρώτες στροφές του ποιήματος, σε μουσική Νικολάου Μάντζαρου, αποτελούν τον εθνικό ύμνο της Ελλάδας. Άλλα του ποιήματα: Εις τον θάνατο του Λορδ Μπάυρον , Η καταστροφή των Ψαρών, Η Φαρμακωμένη, Ο Λάμπρος, Εις Μοναχήν, Ο Κρητικός, Οι ελεύθεροι πολιορκημένοι, Ο Πορφύρας.
Στα τέλη του 1828 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Κέρκυρα, συνεχίζοντας την ενασχόλησή του με την ποίηση σχεδόν απομονωμένος. Το 1833 ξεκινά μια ψυχοφθόρα δίκη εναντίον του ετεροθαλή αδελφού του, ο οποίος διεκδικεί ποσοστό της κληρονομιάς. Αν και ο Σολωμός κερδίζει την δίκη, του στοιχίζει πολύ. Αποξενώνεται από τους ανθρώπους και τις καταστάσεις. Αρχίζει να γίνεται ιδιότροπος και οξύθυμος. Λέγεται μάλιστα, πως στρέφεται στο ποτό. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του αρχίζει να γράφει και πάλι στα ιταλικά, αλλά και αυτά τα ποιήματα παρέμειναν ημιτελή. Πεθαίνει στις 9 Φεβρουαρίου του 1857 στην Κέρκυρα.
Ο Σολωμός ήταν ο πρώτος που καλλιέργησε συστηματικά τη δημοτική γλώσσα και άνοιξε τον δρόμο για τη χρήση της στη λογοτεχνία. Πίστευε βαθιά στη “γλώσσα του λαού” και συνέβαλε στην επίλυση του γλωσσικού ζητήματος. Αγάπησε τη ζωντανή γλώσσα και δούλεψε σ’ όλη του τη ζωή για να την ανυψώσει στο επίπεδο της ποίησης που εκείνος οραματιζόταν (Σεφέρης). Αξιοποίησε στην ποίησή του την προγενέστερη ποιητική παράδοση (κρητική λογοτεχνία, δημοτικό τραγούδι) αλλά και την σύγχρονή του ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Η αισθητική και η φιλοσοφία του έργου του αλλά και η άφταστη ποιητική του τελειότητα αποτελούν ανεξάντλητα θέματα έρευνας αλλά και τους λόγους για τους οποίους το έργο του Σολωμού είναι διαχρονικό.
Μερικά από τα λόγια και τους στίχους του:
• Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου, πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;
• Είδες να μαδάνε την κότα και ο αέρας να συνεπαίρνει τα πούπουλα; Έτσι πάει το έθνος.
• Χαρές και πλούτη να χαθούν, και τα βασίλεια, κι όλα,τίποτε δεν είναι, αν στητή, μέν’ η ψυχή κι ολόρθη.
• Με χίλιες βρύσες χύνεται, με χίλιες γλώσσες κρένει, όποιος πεθαίνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει.
• Έστησε ο Έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη, κι η φύσις ηύρε την καλή και τη γλυκειά της ώρα.
• Δυστυχισμένε μου λαέ καλέ και αγαπημένε. Πάντα ευκολόπιστε και πάντα προδομένε.
• Περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις.
• Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ’ έχω γω στο χέρι; οπού συ μού ‘γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου