Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2021

#weremember | Προς την Ημέρα Μνήμης Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος | Γιάννης Μπουτάρης | εξήντα χρόνια τρύγος

 Επιμέλεια: Μαρίνα Καρτελιά.


 Προς την 
Ημέρα Μνήμης 
Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων 
του Ολοκαυτώματος 

 

 Παραθέτουμε σήμερα ένα κεφάλαιο 
 
 
από το βιβλίο 

Γιάννης Μπουτάρης

 


εξήντα χρόνια τρύγος

 

 

 Αν δεν γνωρίζεις το παρελθόν σου, 

δεν μπορείς να χτίσεις το μέλλον σου.

 

 


 ΄Οταν αγόρασα το Κτήμα στο Γιαννακοχώρι, στην αρχή ήταν μόλις εκατόν δέκα στρέμματα, σιγά σιγά το έφτασα στα τετρακόσια και στα χέρια των γιων μου ανέβηκε στα εξακόσια. Η κούλα, για να χρησιμοποιήσουμε την ντοπιολαλιά, βρισκόταν εκεί που ενώνονται τα τελευταία τμήματα του αμπελώνα μας. Μιλάμε για έναν επιβλητικό μακεδονίτικο πύργο, ερημωμένο, όπου παλιά στεκόταν ο δραγάτης και επόπτευε την περιοχή (οι εκτάσεις ήταν επί τουρκοκρατίας τσιφλίκια με καλλιέργειες, που είχαν εγκαταλειφθεί). Δίπλα στην κούλα υπήρχε μια πανάρχαιη δρυς, φαινομενικά αγέρωχη. Κάλεσα την Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων, κινήθηκαν οι απαραίτητες διαδικασίες και βγήκε ΦΕΚ που κήρυσσε την κούλα, τη δρυ και την περιβάλλουσα ζώνη διατηρητέες. Τα δύο τοπόσημα, κούλα και δρυς, φιγουράρισαν εξαρχής στον λογότυπο της "Κυρ-Γιάννη", δίνοντας το διπλό εταιρικό στίγμα - σεβασμού της πολιτιστικής κληρονομίας και προστασίας της φύσης. ΄Εγινε μια πρώτη αναπαλαίωση τοχοποιίας, κουφωμάτων και σκεπής και διαμορφώθηκε το κτίσμα εσωτερικά ώστε να είναι κατοικήσιμο. Η δε δρυς, μετά από έναν δαιμονισμένο άνεμο το 2019, είναι πλέον πεσούσα. ΄Ολο εκείνο το θεόρατο δέντρο ξεριζώθηκε κι έσπασε σαν κλαράκι. ΄Οταν την είδα πεταμένη, με τα σωθικά της φαγωμένα από το σαράκι του χρόνου, ξεκόλλησε κι από μέσα μου ένα μικρό κομμάτι.

    Από την άλλη ένιωθα περήφανος που είχα κάνει αμπέλι στον τόπο αυτό, κρατώντας ζωντανή την ιστορική χρήση της γης του. Πέρασε σαν κινηματογραφική ταινία από μπροστά μου η πρώτη μας βόλτα με τον Τάκη στο Κτήμα, το ξαπόσταμά μας κάτω από τη δρυ, το φύτεμα του πρώτου μας αμπελιού. Είδα τα φυντάν ια να τινάζουν τα φυλλαράκια τους κι εμάς να τα ποτίζουμε ένα ένα με ευλάβεια, να μη χάσουμε κάποιο από στέγνα. Κυκλοφορεί η άποψη ότι "το αμπέλι δεν το ποτίζουν" η οποία έχει πέραση, όμως στερείται βάσης. Ακόμα και το πιο ανθεκτικό φυτό που ευδοκιμεί σε πετρώδη εδάφη θέλει το νεράκι του. Για να αναπτυχθεί και να γίνει ξυλώδης ο κορμός του, ενδέχεται ανάλογα με το ύψος της βροχόπτωσης να χρειάζεται ότισμα. Να μην ξεχνάμε ότι μέχρι και λιτανείες γίνονταν παλιά στα αμπέλια για να βρέξει. Με τον Τάκη έχουμε κουβαλήσει στο Κτήμα σωλήνες και έχουμε τραβήξει ταλαιπωρία που δεν περιγράφεται. Στην αρχή είχα αντιδράσεις "τι πας να κάνεις, θα ποτίσεις το αμπέλι;" κι όπως φαντάζεστε, η απάντησή μου δεν άφηνε πολλά περιθώρια διαλόγου. "Ναι, παιδιά, θα το ποτίσω!". Στην πορεία, το αξίωμα της απαγόρευσης ξεθώριασε και πλέον όλοι ποτίζουν, άλλοι μετρημένα κι άλλοι ξεσαλωμένα. Η τεχνητή βροχή δεν ενδεικνυόταν, έψαχνα καλύτερη λύση, ώσπου διάβασα για τα συστήματα στάγδην άρδευσης και ήρθα σε επαφή με την εταιρεία που τα διαφήμιζε. Με κάλεσαν να τους επισκεφτώ στην έδρα τους στο Τελ Αβίβ, όπου με ξενάγησαν στις εγκαταστάσεις τους, σε κιμπούτς, ακόμα και στην έρημο όπου καλλιεργούσαν ντομάτα! Η υδροπονία ήταν εντελώς άγνωστη σε εμά το 1974. Στο Ισραήλ δε με εντυπωσίασαν τόσο οι πρωτοπόρες δράσεις τους στις καλλιέργειες, όσο η φιλοσοφία που κρυβόταν πίσω από αυτές. Τους φυσικούς ή λοιπούς πόρους που διέθεταν, τους ελάχιστους, τους εκμεταλλεύονταν με τρόπο που δημιουργούσαν θαύματα προς όφελός τους. Στεκόμουν άφωνος μπρος στην επιχειρηματικότητα των Ισραηλινών Εβραίων και αναλοογιζόμουν τα χαρακτηριστικά των Ελλήνων Εβραίων που γνώριζα στη Θεσσαλονίκη. Πόσο έμοιαζαν;

    Μικρό παιδί ακόμη, είχα δει στο χέρι πρώτα του Νταβίκο και μετά της Σαρίκα χαραγμένο έναν πενταψήφιο αριθμό και παραξενεύτηκα, χωρίς να τολμήσω να το σχολιάσω. Για καιρό περίμενα πότε θα τραβηχτεί προς τα πάνω το μανίκι τους για να φανεί το μυστήριο σημάδεμα - φορούσαν και το καλοκαίρι μακριά μανίκια. Ο μπαμπάς είχε αρκετούς προμηθευτές Εβραίους, αγόραζε μπουκάλια και φελλούς, ανάμεσά τους και το ζεύγος Μπενφοράδο που ήταν εκτός από συνεργάτες και φίλοι του. ΄Εκαναν παρέα, πήγαιναν μαζί ταξίδια, σε ένα με πήραν κι εμένα όπου, μακριά από την ασφάλεια του μαγαζιού, βρήκα το θάρρος να ρωτήσω τι σήμαινε το τατουάζ τους. Μήπως ήταν όρκος ερωτικός; Βρισκόμασταν έξω από το Λονδίνο, σε ένα εργοστάσιο παραγωγής αιθέριων ελαίων και αρωματικών ουσιών. Οι μεγάλοι μόλις είχαν τελειώσει τις δοκιμασίες εσάνς γλυκάνισου για το ούζο και καθόμασταν κάτω από ένα υπόστεγο στο προαύλιο, περιμένοντας να σταματήσει η βροχή. Ο Νταβίκο μού ψέλλισε μια σύντομη ιστορία, η Σαρίκα στεκόταν παράμερα, δακρυσμένη. ΄Ετσι έμαθα ότι ήταν δύο από τους χίλιους Θεσσσαλονικείς Εβραίους που κατάφεραν να επιζήσουν από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι υπόλοιποι σαράντα τέσσερις χιλιάδες δεν είχαν την τύχη τους. Αν το λες τύχη, που στην επιστροφή τούς αντιμετώπιζαν οι μεν σαν δαίμονες "οι κακοί οβριοί!", οι δε σαν προδότες "καλά, πώς και γλιτώσατε:". Στο μυαλό μου ήταν απλώς άνθρωποι που δεν όριζαν τη μοίρα τους, χωρίς να υπάρχει λόγος για μια τέτοια καταδίκη. ΄Ολοι οι πόλεμοι που είχα διδαχτεί στο σχολείο, οι ξεριζωμοί, ακόμη και οι γενοκτονίες είχαν κάποια αιτία, μια εξήγηση. Το Ολοκαύτωμα ακουγόταν εντελώς ανεξήγητο, χωρίς λογική. ΄Αφησα σε μιαν άκρη της ψυχής μου τον παραλογισμό σε ύπνωσμη και ασχολήθηκα με τα της ηλικίας μου.

 

"΄Ολοι οι πόλεμοι που είχα διδαχτεί στο σχολείο, οι ξεριζωμοί, ακόμη και οι γενοκτονίες είχαν κάποια αιτία, μια εξήγηση. Το Ολοκαύτωμα ακουγόταν εντελώς ανεξήγητο, χωρίς λογική."

 

    Μεγάλος διάβασα πολλά για την υπόθεση, μαζί και το βιβλίο του Μαζάουερ Θεσσαλονίκη, η πόλη των φαντασμάτων. Την αποκαλούσαν Ιερουσαλήμ των Βαλκανίων. Στη διάρκεια πεντακοσίων χρόνων ιστορίας, άνθρωποι με ξεχωριστές θρησκείες, χριστιανοί, μουσουλμάνοι και Εβραίοι συζούσαν χωμένοι στη ζεστασιά του κόλπου της. Κατά την απελευθέρωση, στην πόλη κυκλοφορούσαν δεκάδες εφημερίδες σε τέσσερις γλώσσες. Οι κοινότητες διατηρούσαν μεταξύ τους καλές σχέσεις, αλλά παρέμεναν ανεξάρτητες και χωρικά οριοθετημένες. Στο κέντρο δραστηριοποιούνταν κυρίως η μικρομεσαία τάξη των Εβραίων, έμποροι οι περισσ΄τοεροι, οι χριστιανοί Σαλονικιοί κατοικούσαν στην περιοχή της Καμάρας και οι μουσουλμάνοι στην παλιά πόλη με την πανοραμική θέα. (΄Εμελλε να συναντήσω, ως δήμαρχος, περιπτώσεις Τούρκων πυ έρχονταν και ψάχναε τους χάρτες για να επισκεφτούν τα σπίτια των προγόνων τους, έστω και μόνο απέξω. ΄Οπως ακριβώς κάνουν και τόσοι δικοί μας, όταν πηγαίνουν στην Κωνσταντινούπολή). Και όσο για τις αργίες, Παρασκευή κλειστά για τους μωαμεθανούς, Σάββατο για τους Εβραίους και Κυριακή για τους χριστιανούς. Στη Θεσσαλονίκη, η ανοχή της διαφορετικότητας υπήρχε στην πράξη, πολύ πριν γίνει παντού της μόδας στα λόγια.

   

"Στη Θεσσαλονίκη, η ανοχή της διαφορετικότητας υπήρχε στην πράξη, πολύ πριν γίνει παντού της μόδας στα λόγια."

 

         Σκαλίζοντας βαθύτερα, είδα ότι δεν ήταν όλα ρόδινα. Τα ιστορικά βιβλία μιλούσαν για καταπάτηση των περιουσιών των Εβραίων της πόλης. Σαν να μην έφταναν τα αίσχη των Γερμανών κατακητών, το ελληνικό κ΄ρατος είχε διαπράξει απέναντί τους πολλά αδικήματα. Η αντίφαση ήταν τερατώδης: μπορούσα, για παράδειγμα, να καμαρώνω που διάβαζα ότι ο προ-προπάππους μου Ιωάννης Μπουτάρης υπήρξε πρωτεργάτης της Μακεδονικής επανάστασης το 1866, αλλά δε χρειαζόταν να ντρέπομαι για όλα αυτά που ανακάλυπτα για τους Εβραίους. Πήρα θέση, η οποία μου κόστισε ακριβά· σε κλίμα εκφοβισμού, ξεπήδησαν επιβήτορες έτοιμοι να "με γαμήσουν, τον κωλοεβραίο". Λάβαινα απειλές, το καθημερινό μου πρόγραμμα επηρεάστηκε για μεγάλο διάστημα, όμως δεν είμαι η η περίπτωση που θα υπολογίσω τέτοιες παραμέτρους για να κινηθώ στη ζωή μου. Αμέσως μόλις ανέλαβα δήμαρχος της πόλης, παραδέχτηκα δημόσια το αμαρτωλό κομμάτι του παρελθόντος μας σε μια εποχή που επικρατούσε σιγή ιχθύος από παντού. Ακόμη και οι ίδιοι οι Εβραίοι δίσταζαν να παρουσιαστούν ή να διεκδικήσουν, ίσως το φοβικό σύνδρομο να χαράζει βαθύτερα από ένα τατουάζ στον πήχη του χεριού. Για μένα δεν ήταν επιτρεπτό να κρύβουμε άλλο τη στάση μας, έπρεπε να πάρουμε ένα μάθημα, ακόμα κι αν τέτοια πράγματα δεν πρόκειται να ξανασυμβούν. Φρόντισα να μπουν Δείκτες Μνήμης στους δρόμους, να γίνουν αναγνωρίσεις των επιζώντων από τα στρατόπεδα και καθιερώθηκε επίσης η Σιωπηλή Πορεία: η πομπή ξεκινούσε από την Πλατεία Ελευθερίας και κατέληγε στον σταθμό των τρένων, εκεί από όπου το 1943 μετέφεραν τους Εβραίους Θεσσαλονικείς στα επαίσχυντα κολαστήρια.

 

"Για μένα δεν ήταν επιτρεπτό να κρύβουμε άλλο τη στάση μας, έπρεπε να πάρουμε ένα μάθημα, ακόμα κι αν τέτοια πράγματα δεν πρόκειται να ξανασυμβούν."

 

       Στο ίδιο πνεύμα σεβασμού της ιστορικής μνήμης δρομολόγησα την ανάπλαση της Πλατείας Ελευθερίας, η οποία, παρότι είχαν ολοκληρωθεί οι σχετικές διαδικασίες, δυστυχώς ακυρώθηκε από τον επόμενο δήμαρχο της πόλης. Σχετικά με την καταστροφή του εβραϊκού νεκροταφείου, που υπήρχε από πριν έρθουν οι Σεφαραδίτες και ήταν από τα παλαιότερα καιμεγαλύτερα της Ευρώπης - τριακόσιες χιλιάδες τάφοι - όλα είχαν αποσιωπηθεί. Σπουδαία κτιριακά συγκροτήματα, όπως το ΑΧΕΠΑ και το ΑΠΘ, ανεγέρθηκαν πάνω στη νεκρόπολη, ενώ χρησιμοποιήθηκαν τα μάρμαρα των συλημένων τάφων ως δομικά υλικά ακόμα και για πεζοδρόμια. Το ελαχιστότατο που μπορούσε να γίνει ήταν ένα μνημείο, το οποίο να θυμίζει το όνειδος. Την αναμνηστική πλάκα στην αίθουσα τελετών του Αριστοτελείου φιλοτέχνησε ο Ξένης Σαχίνης, καθηγητής της Καλών Τεχνών. 

 

 "παλεύω, με το πείσμα που με διακρίνει, ώστε να μην απωθείται στο συλλογικό ασυνείδητο, αλλά να αναδύεται στην επιφάνεια η μακρά διαδρομή της πόλης μου μέσα από πολιτισμούς και θρησκείες"

         Η πρόταση για ανέγερση Μουσείου Ολοκαυτώματος ήρθε από το Ισραήλ μέσω της Εβραϊκής κοινότητας και αγκαλιάστηκε από εμένα, ως δήμαρχο. Μαζί με τον πρόεδρο της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης, Δαυίδ Σαλτιέλ, παλεύουμε για την ολοκλήρωση του Μουσείου, που θα έχει διεθνή εμβέλεια και θα αποτελέσει τοπόσημο, με τη συμβολική πιστοποίησης της Θεσσαλονίκης ως μητρόπολης των Σεφαραδιτών όλης της Μεσογείου. Στο μεταξύ, εξακολουθούν οι κατηγόριες στο πρόσωπό μου, το ίδιο όμως και οι δράσεις μου· παλεύω, με το πείσμα που με διακρίνει, ώστε να μην απωθείται στο συλλογικό ασυνείδητο, αλλά να αναδύεται στην επιφάνεια η μακρά διαδρομή της πόλης μου μέσα από πολιτισμούς και θρησκείες, η γενική διοίκηση του 1912, το μακεδονικό ζήτημα, το προσφυγικό, οι καπνεργάτες, η Φεντερασιόν. Μάλιστα, έχω κατεβάσει και την ατάκα "Αν δεν γνωρίζεις το παρελθόν σου, δεν μπορείς να χτίσεις το μέλλον σου", που επαναλαμβάνω συχνά.

 

Γιάννης Μπουτάρης,

εξήντα χρόνια τρύγος,

Εκδόσεις Πατάκη.

 

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου