Γράφει η Μαρίνα Καρτελιά.
Che fece .... il gran rifiuto
Σὲ μερικοὺς ἀνθρώπους ἔρχεται μιὰ μέρα
ποῦ πρέπει τὸ μεγάλο Ναὶ ἢ τὸ μεγάλο τὸ Ὄχι
νὰ ποῦνε. Φανερώνεται ἀμέσως ὅποιος τὤχει
ἕτοιμο μέσα του τὸ Ναί, καὶ λέγοντάς το πέρα
πηγαίνει στὴν τιμὴ καὶ στὴν πεποίθησί του.
Ὁ ἀρνηθεὶς δὲν μετανοιώνει. Ἄν ρωτιοῦνταν πάλι,
ὄχι θὰ ξαναέλεγε. Κι’ ὅμως τὸν καταβάλλει
ἐκεῖνο τ’ ὄχι — τὸ σωστὸ — εἰς ὅλην τὴν ζωή του.K. Π. Καβάφης
΄Αφησα επίτηδες αυτή τη μέρα, 28η Οκτωβρίου, επέτειο της λεγόμενης εποποιίας του ΟΧΙ, για να διατυπώσω δημόσια τη γνώμη μου, για το τελευταίο μυθιστόρημα που έγραψε η Κατερίνα Μαλακατέ, Χωρίς Πρόσωπο, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο. Κι αυτό γιατί αυτό το βιβλίο, πιο πολύ από κάθε τι άλλο, στηρίζεται στα όχι. ΄Ενα ή πολλά. Στο μεγάλο όχι, που πνίγεται ίσως χρόνια στα σωθικά, κι έρχεται η ώρα που καταφανώς, με πάταγο ή με ψίθυρο, αρθρώνεται.
Κι εξαρτάται σίγουρα από το πόσο καιρό καταπνίγεται εντός μας. ΄Οπως στην περίπτωση του Διονύση. Που γίνεται με κρότο. Για την ακρίβεια με πυροβολισμό. Κατά του ίδιου του εαυτού. ΄Ενα ποτάμι, στην αρχή ακαθόριστο, τον πνίγει μια μέρα. Αυτό της απαξίωσης απ΄το γονέα, τη μάνα. Του χειρισμού. Της καταφρόνιας. Της σύγκρισης με τον αδερφό.Tης ουσιαστικής απουσίας του πατέρα. Βασανιστικά μεγαλώνει ο ήρωας με αυτές τις χαρακιές στο πετσί του και βρίσκει έναν αυτοκαταστροφικό τρόπο να το δηλώσει αυτό. Και ταυτόχρονα να το σταματήσει. Να απαλλαγεί. Να βρει τον εαυτό του.
΄Ομως, αυτό θα γίνει με μια εξαιρετικά επίπονη και επώδυνη και χρονοβόρα διαδικασία. Συμβολικά, αν κάνουμε αναγωγή, αυτό δεν συμβαίνει με όλους, όταν καλούμαστε από τον ίδιο μας τον εαυτό, να σταθούμε απέναντι, να αναμετρηθούμε, να παραδεχθούμε, να απλώσουμε, να συνθέσουμε, να μας ξαναβρούμε; Να αντιμετωπίσουμε την αναπηρία, ως τέτοια, σωματική ή ψυχική, ξέχωρα απ΄τον χαρακτήρα μας. Να μην την αφήσουμε να μας καθορίσει. Να βρούμε το βηματισμό μας έξω απ΄αυτή, με κόπο πολύ αλλά και δύναμη ψυχής που εργοστασιακά όλοι διαθέτουμε, κι ας μην το συνειδητοποιούμε.
΄Ετσι γίνεται και στο βιβλίο αυτό με αριστοτεχνικο τρόπο, με πλοκή κινηματογραφική και μορφή πολυεπίπεδη. Μέσα απ΄το υφάδι της συγγραφέως, ο ήρωάς της, την οδηγεί να πει στον κόσμο την ιστορία του, να καταθέσει στερεότυπα που ώρα τους είναι να σπάνε. Για την εξυπνάδα, για την αναπηρία, για το καθομολογούμενο χρέος ενός παιδιού προς το γονιό, προς τη μάνα. Για τον έρωτα και τους περιορισμούς που οι άνθρωποι βάζουν γιατί ο ίδιος καθόλου δεν χρειάζεται για ν΄ανθίσει. Για τη θέση της γυναίκας στην οικογένεια, για τις κοινωνικές επιταγές και τα φρένα που βάζουν, περιχαρακώνοντας ανθρώπους και θέλω και αισθήματα, πραγματικά ανομολόγητα αλλά τόσο απλά και φυσικά, ώστε να τους επιτρέψουμε να υπάρξουν, να τα αφήσουμε να φανούν. Να αφεθούμε να νιώσουμε.
Κι αυτό κάνει ο ήρωας. Κάτω απ΄τα τραύματα, κάτω απ΄τους επιδέσμους, κάτω απ΄τη μάσκα. Ξεκινάει να μάθει απ΄την αρχή να νιώθει. Και να δώσει δείγματα γραφής, να γίνει μοχλός για τους άλλους. Μέσα απ΄το μπλογκ του και το προφίλ του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ξεδιπλώνει και εκθέτει τον εαυτό του. Πρώτη φορά χωρίς φόβο, χωρίς αιδώ, γκρεμίζει τα καβαφικά δικά του τείχη. Αφήνει τους ανθρώπους να τον πλησιάσουν, να τον λοιδωρήσουν, να τον αμφισβητήσουν. Αφήνει τη μάνα να το δει όλο αυτό, για να μπορέσει παράλληλα να κάνει κι εκείνος, αργά αλλά αποφασιστικά το ίδιο. Να νιώσει, να δείξει τι νιώθει, να παλέψει για να γίνει αποδεκτό το συναίσθημα. ΄Οχι για την κοινωνική επιβράβευση πια, αλλά για την προσωπική του. Κάνει αγώνα όχι μονάχα ενάντια στην αναπηρία, θέμα που στο βιβλίο εξετάζεται το βίωμά του καθώς και η αντιμετώπισή του από την κοινωνία, αλλά και απέναντι στον παλιό του εαυτό και στον καινούργιο που υποφώσκει κάτω από το νέο του πρόσωπο. ΄Η και μαζί μ΄αυτό.
Σ΄αυτό τον αγώνα δεν είναι μόνος. Ούτε σταματά η ζωή του. Ο εαυτός τους και η ζωή του αλλάζουν ο ένας παίρνοντας υλικό απ΄τον άλλο. Η ζωή του διαμορφώνεται και χτίζεται διαφορετικά καθώς ο εαυτός του μετασχηματίζεται. Μετακινείται. Και μαζί μετακινούνται και οι άλλοι κρίκοι της οικογένειας. Η μάνα, ο πατέρας, ο αδερφός. Η κινητήρια δύναμη και το δράμα του ήρωα και κυρίως η αντιμετώπισή του, τα ΟΧΙ του στα θέσφατα και στα κλισέ, στο μισανθρωπισμό, στο ρατσισμό, στη στέρηση του έρωτα, γίνονται ΝΑΙ περίτρανα που αρχίζουν να διαγράφουν τα καινούργια χαρακτηριστικά του όσο η μεταμόσχευση προσώπου προχωρεί και ο ήρωας βιώνει το νέο του πρόσωπο. Το μέσα του δεν αλλάζει, όπως ποτέ δεν συμβαίνει επίσης στην πραγματικότητα. Αλλάζει η οπτική γωνία του, αν και τα μάτια του έχουν μείνει αλώβητα απ΄τον τραυματισμό. Κοιτάνε όμως πια με εντελώς διαφορετικό τρόπο.
Κι έτσι κινητοποιείται και η μάνα, να βγει απ΄το ρόλο του θύτη και θύματος, να βρει κι η ίδια τους άλλους της ξεχασμένους της ρόλους, αυτόν της γυναίκας, της ερωμένης, της ανθρώπινης υπόστασης χωρίς διάκριση φύλου. Μαθαίνει ν΄αγαπά ξανά απ΄την αρχή, να νιώθει κι εκείνη. Να απεγκλωβίζεται ως άνθρωπος, ως γυναίκα, ως μάνα.
Η ιστορία προχωράει σε πολλά επίπεδα αφήγησης. Από την ηλεκτρονική πραγματικότητα, των αναρτήσεων στο διαδίκτυο, στην πραγματική ζωή, με την προσωπική αφήγηση του κεντρικού ήρωα. Από τα επίπεδα αφήγησης σε φωκνερική δομή, όπου αφηγητές γίνονται, ο Διονύσης, η μάνα Κάλλια, η γιατρός και αντικείμενο του καινούργιου εαυτού στον έρωτα και στην αντισυμβατικότητα Μάνια, η γυναίκα του δότη προσώπου Ντέινα. ΄Ετσι το θέμα της προσωποποίησης των αδιεξόδων και της αντιμετώπισής τους από τα πρόσωπα απλώνεται, εξετάζονται κι άλλες περιπτώσεις, για να καταδειχθεί πως μια αλήθεια, μια κατάσταση, δεν είναι μονοσήμαντη και δεν υπάρχουν κανόνες και νόρμες που συχνά η κοινωνία, προκειμένου να ερμηνεύσει πρόχειρα και να ισορροπήσει, τείνει να θέτει.
Κομβικό ρόλο στην ιστορία, ρόλο αρωγού που ξεκλειδώνει πόρτες για να επανανακαλύψει τον εαυτό ο Διονύσης, ο ψυχολόγος του ο Κώστας. Αν γινόταν κάστινγκ για τη μεταφορά του στον κινηματογράφο, γι΄αυτό το ρόλο θα ήθελα να περάσω από ακρόαση.
Αυτός ο αποχωρισμός μου από το βιβλίο στο τέλος του, ήταν λαμπρός και δύσκολος. Λαμπρός γιατί ακολούθησα και γω την πορεία του ήρωα προς την αυτεπίγνωση και την κατεδάφιση στερεοτύπων μέσα από τον καινούργιο τρόπο ζωής, ως την τελευταία λέξη του. Και δύσκολος γιατί η γραφή της Κατερίνας Μαλακατέ ήταν εξαιρετικό ερέθισμα για τους δακρυγόνους αδένες μου. Που πάει να πει πως χτύπησε φλέβα βαθιά, σε μονοπάτια γνωστά και κυρίως άγνωστα.
Σας προτρέπω ανεπιφύλακτα, διαβάζοντας το Χωρίς Πρόσωπο να περπατήσετε σ΄αυτά, να τα ανακαλύψετε ή ακόμα να τα χαράξετε τα μονοπάτια κι εσείς οι ίδιοι. Και στο τέλος του βιβλίου, να κοιταχτείτε χαμογελώντας στον καθρέφτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου