Την ιστορία μας διηγείται η Θεανώ, ένα κορίτσι μεγαλωμένο με μια ιδιότροπη μητέρα, που τον περισσότερο καιρό είναι χαμένη στον δικό της κόσμο, στον οποίο έχουν θέση μόνο ο αγαπημένος της γιος και ο γιατρός του χωριού. Μέσα από τα δικά της μάτια θα γνωρίσουμε τον Τζόνυ, τον αγαπημένο της αδελφό, τον Λιούλη, τον πατέρα της και όλους τους άλλους χαρακτήρες εκτός σπιτιού, που η είσοδός τους στο σπίτι θα φέρει τα πάνω κάτω στις, έτσι κι αλλιώς, ανύπαρκτες ισορροπίες.
Μια ιστορία για μια δυσλειτουργική οικογένεια, όπου η μόνη που τελικά μαθαίνει να επιβιώνει σ' αυτό τον κόσμο είναι η, πολλές φορές, κυνική Θεανώ. Και ένα μυστικό, ίσως κάπως προβλέψιμο, το οποίο όμως αποκαλύπτεται εκεί που δεν το περιμένεις, μπλέκοντας ακόμα περισσότερο τις ταλαιπωρημένες ζωές τους.Πρόκειται για το πρώτο βιβλίο της Αλκυόνης Παπαδάκη που διαβάζω και ήταν αρκετά διαφορετικό από όσα έχω διαβάσει μέχρι τώρα. Αν ψάχνεις γρήγορη πλοκή, μυστήριο, σασπένς, δε θα το βρεις εδώ (υπάρχει ένα μυστικό που σκάει σαν βόμβα αλλά δεν είναι η πλοκή που έχει σημασία σ' αυτό το βιβλίο). Θα βρεις, όμως, μεγάλα μηνύματα για τη ζωή, τις ανθρώπινες σχέσεις, την αγάπη, δοσμένα μέσα από εικόνες που, τις περισσότερες φορές, έχουν σχέση με τη θάλασσα.
Ως προς τη δομή, υπάρχουν διακριτές ενότητες, όχι ακριβώς κεφάλαια, οι οποίες σε κάποιο σημείο μπερδεύονται. Όμως, η απουσία χρονικών προσδιορισμών σε συνδυασμό με τη φιλοσοφική διάθεση, δίνει στην ιστορία μια ονειρική διάσταση, όπου συνειδητοποιείς ότι δεν σε νοιάζουν πλέον οι λεπτομέρειες αλλά τα νοήματα. Και κυρίως τα συναισθήματα!
Κλείνοντας αυτό το βιβλίο ένιωσα ικανοποιημένη που το διάβασα, κι ας το βαριόμουν λίγο στην αρχή. Τόσα γνώριμα συναισθήματα και η γραφή τόσο τρυφερή. Η απουσία εκτενών περιγραφών και η στοίχιση των προτάσεων παραπέμπουν σε στροφές ποιημάτων. Το πρώτο βιβλίο που μου αποδεικνύει ότι δεν είναι πάντα η πλοκή το παν!
Αποσπάσματα που ξεχώρισα:
👉 Το 'χω αυτό το κουσουράκι από μικρή. Όταν ρίχνουν κάποιον οι άλλοι κάτω εγώ τρέχω να του συμπαρασταθώ. Μη χάσω... Στο τέλος σηκώνεται αυτός και για ν' αποδείξει τη δύναμή του, ρίχνει κάτω εμένα.
Και τότε δεν έρχεται κανείς.
👉 Ο πόνος της έμοιαζε με κείνα τα βουβά τεράστια κύματα που ξεπηδούν από τα σπλάχνα του ωκεανού και δε φτάνουν ποτέ να ξεσπάσουν σε κάποιαν ακρογιαλιά.
👉 Εγώ τα είχα βρει μια χαρά με τη ζωή. Γίναμε κολλητάρια και τα περνούσαμε περίφημα.
Πήγαινα ως εκεί που μ' έπαιρνε. Για να χαίρομαι.
Κι αν είχα κέφι, προχωρούσα ως εκεί που δε μ' έπαιρνε.
Για να μαθαίνω.
Υ.Γ. Απαραίτητος εξοπλισμός: μολύβι (κόντεψα να υπογραμμίσω όλο το βιβλίο).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου