Στάθηκα κάτω από ένα δέντρο
και το είδα να ορθώνεται κατά τον ουρανό.
Άγγιξα τον κορμό του και με τραυμάτισε.
Δεν ήθελε αγγίγματα.
Μόνο σιωπή.
Τα πουλιά την έσπασαν με το τιτίβισμα τους.
Φτερουγίσματα νιότης μέσα στο φως.
Σπασμένα.
Μύριζε θυμάρι και δυόσμος.
Μέθυσα.
Ξάπλωσα πάνω στο χώμα κι έκλεισα τα μάτια.
Έσφιξα στις γροθιές μου το τώρα
και ρίζωσα.
Σε λίγο θα κυλήσει μια δυνατή βροχή
και θα με παρασύρει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου