Πέμπτη 19 Μαρτίου 2020

Ο Δυσκοίλιος Μπάτλερ | Γιώργος Γλυκοφρύδης | Απόσπασμα



Επιμέλεια: Μαρίνα Καρτελιά.



Απόσπασμα από τη 
Μικρή νουβέλα



Ο δυσκοίλιος μπάτλερ

Αυτή η μικρή νουβέλα είναι αφιερωμένη στον Αλέξη Σταμάτη, στον Νίκο Καρακάση, στην Γεωργία Τσόκου, και στην Κλαίρη Τζωρτζάκη.
Τους λόγους, τους γνωρίζουν και οι τέσσερεις.
Τους ευχαριστώ πολύ.


1.
Θα το έκανε γιατί αλλιώς λύση δεν υπήρχε καμιά.
Θα έβαζε αγγελία.
Αν και συνήθως δεν γινόταν έτσι, αν και συνήθως όταν σε απέλυαν ή ακόμη κι αν έφευγες μόνος σου με παραίτηση απλή και γρήγορη και χωρίς πολλά λόγια, ο εργοδότης σ έστελνε από μόνος του σε κάποιον άλλον εργοδότη, δείγμα καλής συνεργασίας αλλά και σεβασμού κι εκτίμησης για το έργο σου, αλλά και καλής πράξης ή και χάρης -να το πούμε κι αλλιώς- προς τον επόμενο εργοδότη, πράξης που περίμενε κάποιο αντάλλαγμα με άλλα λόγια, τώρα, ο εργοδότης του, δεν τον έστειλε πουθενά. Απλά, χαιρετήθηκαν εγκάρδια κι έφυγε.
Οπότε, θα έβαζε αγγελία. Θα έγραφε ένα απλό κι ευκολονόητο κείμενο, και θα πουλιόταν. Άλλωστε, ο νόμος, πωλήσεις τέτοιους είδους τις επέτρεπε, δηλαδή ανθρώπου αλλά με την έννοια της εργασιακής του ιδιότητας. Ευτυχώς κι επιτέλους. Αν και οι κλασσικοί τύποι που περιγραφή δεν χρειάζονται, βρωμάνε από μακριά, είχαν χαλάσει τον κόσμο με τις διαδη-λώσεις τους, ο νόμος είχε ψηφιστεί. Επιτέλους. Η αγορά, ελεύθερη. Στ’ αλήθεια.
Οπότε, αυτό θα έκανε. Θα αναρτούσε αγγελία.
Κι εκεί, δεν θα εμφάνιζε καμία από τις πραγματικές του αδυναμίες. Κανένα από τα πραγματικά του μειονεκτήματα. Ήξερε πολύ καλά τι ικανοποιούσε τους πολλούς και εν σειρά δεκαετιών εργοδότες του, και άρα αυτό θα έγραφε. Καιρός να τελειώνει με τα ασφάλιστρά του να πάρει μια αξιοπρεπή σύνταξη. Μόλις 58 χρονών, ακόμη, η μισή ζωή μπροστά του, αλλά εκείνος μπορούσε να πάρει σύνταξη, ήδη. Είχε προτιμήσει ιδιωτική ασφάλιση παρά κρατική. Το οικονομικά βαρύ πακέτο, της αρκετά πρόωρης συνταξιοδότησης, αλλά τα είχε καταφέρει. Σκληρή δουλειά πέραν κάθε ωραρίου, 30 χρόνια τώρα, με τον μισό μισθό να πηγαίνει στην ασφάλεια, αλλά τα είχε καταφέρει, να μπορεί να βγει σε μια αρκετά σεβαστή ως ποσό, να πούμε την αλήθεια, σύνταξη, και πολύ νωρίς.
Την αποζημίωση, αυτό που αν σε απέλυε ο εργοδότης, λέει, ήταν υποχρεωμένος να σε πληρώσει κάποιο ποσόν καθώς έμενες άνεργος εξ αιτίας του, την είχε προλάβει. Την θυμόταν. Γιατί ο πατέρας του είχε κοντέψει να πάει φυλακή μετά από καυγάδες με εργοδότες που είχαν ξεκινήσει να μην πληρώνουν τις αποζημιώσεις από μόνοι τους, χωρίς να περιμένουν την κατάργησή της από τον νόμο. Το τι μάχες γίνονταν στα δικαστήρια μεταξύ εργοδοτών κι εργαζομένων μέχρι τις αρχές του αιώνα, ήταν κάτι το αδιανόητο. Οπότε, έτσι, τώρα πια, και κουνώντας το κεφάλι του σκεπτόμενος το τι τράβαγε ο κόσμος μόλις πενήντα χρόνια πριν, αποφάσισε να πουληθεί. Αλλά σωστά. Δεύτερη φορά που αναγκαζόταν να το κάνει αυτό στην ζωή του, οπότε ας το έκανε σωστά και προσεγμένα. Είχε αρκετές οικονομίες στην άκρη. Δεκαετίες δουλειάς τον είχαν αποζημιώσει. Είχε πληρωθεί καλά. Αλλά κυρίως χάριν της μετρημένης ζωής του, παρόλο τα υψηλά ασφάλιστρα είχε κάνει και το σωστό κομπόδεμα. Οπότε τώρα, τα τελευταία δυο χρόνια εργασίας ας τα πέρναγε μ’ ένα καλό συμβόλαιο. Παχύ και απολύτως προς το δικό του συμφέρον. Κι ας μην έβρισκε άμεσα δουλειά.
Έτσι, κάθισε, και στο φως μιας μικρής λάμπας led, (πολύ χρήσιμες και άκρως οικονομικές αυτές οι καινούριες λάμπες led με τον εξαιρετικής ακρίβειας κατευθυνόμενο φωτισμό καθώς φώτιζαν επακριβώς και μόνο το πληκτρολόγιο), συνέταξε την αγγελία.

Πωλείται μπάτλερ.
Περιγραφή:
Ο μπάτλερ, Μιχαήλ Ζαρδούμπας, έχει ένα βασικό προτέρημα. Είναι και συγγραφέας.
Μην σας ανησυχεί αυτό, όμως, δεν τον εμποδίζει στην δουλειά του. (Άλλωστε ως συγγραφέας εργάζεται μόνο την νύχτα ή στα ρεπό και στις άδειές του.) Ίσα ίσα, του προσφέρει καλλιέργεια κι ευστροφία. Οπότε, σε περιπτώσεις νύστας, η βαθιά και μπάσα φωνή του και οι ιστορίες του, θα σας βοηθήσουν να κοιμηθείτε.
Επίσης, πάσχει από μια μορφή κινητικής αναπηρίας. Όχι ολοκληρωτικής, αλλά περιοριστικής. Οπότε, θα πρέπει να γνωρίζετε πως τις εργασίες του σπιτιού ή και τις εξωτερικές, τις κάμνει ναι μεν στην εντέλεια, αλλά με αμαξίδιο. Μπορεί να σταθεί όρθιος, να φτάσει έναν χυμό σ’ ένα ντουλάπι, φερ ειπείν, να κρεμάσει ένα καινούριο κάδρο, ας πούμε, αλλά γενικά μιλώντας, το σπίτι πρέπει να έχει ένα μίνιμουμ χώρο κίνησης. Κι αυτό είναι όλο. Η φυσική κούραση που επιφέρει μιας τέτοιας μορφής αναπηρία, δεν θα πρέπει να σας απασχολεί, έχει μάθει πολύ καλά και την ξεπερνά μόνος του χωρίς αυτή να εμποδίζει την εργασία του.
Επίσης, είναι δυσκοίλιος. Αν και η δυσκοιλιότητά του δεν είναι ακριβώς δυσκοιλιότητα, αλλά κάποια αταξία εκκένωσης θα ήταν το σωστό, παρόλα αυτά, όμως, αυτή η δυσλειτουργία του τον οδηγεί να χάνει τους χρόνους συχνά πυκνά, αλλά κι αυτό το ξεπερνά γρήγορα και επίσης μόνος του. Οπότε, ούτε αυτό θα το καταχωρούσαμε στα μειονεκτήματα.
Τον αγαπούν τα παιδιά και είναι τρυφερός άνθρωπος, σύμφωνα με τις περιγραφές των πελατών μας οι οποίοι ουδέποτε έμειναν δυσαρεστημένοι.
Σε τιμή, βεβαίως, ευκαιρίας.
Άλλες σημειώσεις: Τρώει πολύ αν και όχι άνω των δύο πιάτων σε κάθε γεύμα. Έχει πολύ χιούμορ αν και όχι καυστικό, μην σας ανησυχεί αυτό, το αντίθετο, είναι πραγματικά ένας διασκεδαστικός άνθρωπος. Τουλάχιστον, και πάλι, οι αναφορές των πελατών μας είναι μία εγγύηση. Δεν πίνει δεν καπνίζει και ουδέποτε είχε σχέση με ναρκωτικές ή άλλες παρεμφερείς ουσίες. Είναι γνώστης εργασιών υλικής φύσης, όπως ηλεκτρικά ή ηλεκτρονικά ή και λίγα χειρωνακτικά. Επίσης, οδηγεί. Αν και μόνον αυτοκίνητο με αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων λόγω της αναπηρίας του. Ούτε αυτό θα το καταχωρούσαμε στα μειονεκτήματα, όμως, μιας που σήμερα, πια, στα τέλη του 21ου αιώνα, αυτοκίνητα με χειροκίνητο κιβώτιο ναι μεν υπάρχουν αλλά ποιοι τα οδηγούν…

Έσβησε την μικρή λάμπα. Η οθόνη έσβησε κι αυτή. Το δωμάτιο φωτίστηκε από ένα χαμηλό φως δίπλα στο κρεβάτι του που άναψε μόνο του.
Δεν του άρεσε η αγγελία. Εδώ έλεγε να μην αναφερθεί στα μειονεκτήματά του και λίγο ακόμη και θα έγραφε και για την παλιά παραμόρφωση του κερατοειδούς του. Μα γιατί; Για να δηλώσει πως ήταν τόσο υψηλή που παρά την από δεκαετίες σταθεροποίησή της, του είχε αφήσει κουσούρι, και την νύχτα, η οδήγηση, του ήταν εξαιρετικά δυσάρεστη σε σημείο που προτιμούσε να κάνει τις εργασίες που απαιτούσαν οδήγηση μόνο την ημέρα;
Ξάπλωσε κοιτώντας το ταβάνι.
Το έκανε συχνά αυτό, τον βοηθούσε πολύ, ιδίως τώρα στα γεράματα• μάζευε τις σκέψεις και τις μνήμες του. Έκλεισε τα μάτια του.
Ο λόγος που δεν καθόταν να τελειώσει το τωρινό μυθιστόρημά του ποιος να ήταν; Αυτό τον απασχολούσε πολύ. Αν και ήταν κουρασμένος. Αποκοιμήθηκε. Έτσι κι αλλιώς την επόμενη ημέρα είχε τόσες πολλές δουλειές στο σπίτι. Κι ας ήταν το δικό του. Του είχε μείνει συνήθειο. Μάζευε τα πάντα. Μια φορά τον είχε πιάσει μια τρέλα κι άρχισε να μαζεύει και σ’ ένα ξένο σπίτι. Όχι σ’ εκείνο που τότε εργαζόταν, ούτε στο δικό του, ξένο, φιλικό, που είχε πάει για επίσκεψη σ’ ένα ρεπό του. Τον σταμάτησαν μόνο τα γέλια των φίλων του.
Τελικά, αποκοιμήθηκε.
Στον ύπνο του, ή το σωστό είναι, σ’ εκείνα τα δευτερόλεπτα πριν μπεις στον απόλυτο ύπνο, τότε που αφήνεσαι σε εικόνες πραγμάτων που σ’ αρέσουν για να έρθει ο ύπνος να σε βρει καλά να σε πάρει όμορφα, ασχολούνταν με τα δύο χόμπι του: Τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές προσωπικής χρήσης και τις φωτογραφικές μηχανές.
Είτε για το ένα χόμπι είτε για το άλλο, το κριτήριο νούμερο ένα, όσον αφορούσε στην πιθανή εξάσκησή τους, ήταν τα χρήματα.
Για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές προσωπικής χρήσης δεν υπήρχε θέμα, ήταν τόσο φτηνοί τώρα πια στην εποχή του, ώστε ήταν πολύ λίγα τα χρήματα ούτως ή άλλως. Και, είχε και την συγγραφή ως δικαιολογία. Εκεί, έγραφε. Οπότε και εκεί ξόδευε όσα χρειάζονταν.
Με τις φωτογραφικές μηχανές, όμως, δεν ήταν τόσο απλό το ζήτημα. Οι φωτογραφικές μηχανές, πια, σ’ αυτή την εποχή, είχαν χωριστεί σε δύο εμφανώς ξέχωρες κατηγορίες: Στις «επαγγελματικές» και στις «άλλες». Εκείνος ασχολούταν με τις «επαγγελματικές». Στον ύπνο του, σ’ εκείνα τα λίγο πριν τον ύπνο δευτερόλεπτα, τέλος πάντων, έβαζε στην σειρά κάμποσες, τους άλλαζε φακούς και άλλα, και τις εξέθετε. Να τις αγόραζε, αποκλειόταν. Μπορεί λεφτά να είχε αλλά να πάρει από το κομπόδεμα να ρίξει σε μια κάμερα; Για τρελούς ψάχνετε… Οπότε, απλά, τις ονειρευόταν.


Η συνέχεια στην Ανοιχτή Βιβλιοθήκη





O Γιώργος Γλυκοφρύδης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1964. Ξεκίνησε εργαζόμενος στις κινηματογραφικές ταινίες και στα τηλεοπτικά σήριαλ του πατέρα του Πάνου Γλυκοφρύδη κι αργότερα εργάστηκε ως β' βοηθός σκηνοθέτη στον Θόδωρο Αγγελόπουλο. Παράλληλα, παρακολούθησε μαθήματα κινηματογράφου στην "Deutsche Film- und Fernsehakademie" στο (τότε) Δυτικό Βερολίνο. 
Σπούδασε Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμο «La Sapienza» της Ρώμης αλλά είχε ήδη ανακαλύψει την Πληροφορική την οποία και ακολούθησε ως επαγγελματική καριέρα. Έτσι, ξεκίνησε να αρθρογραφεί σε περιοδικά κυρίως Ειδικού Τύπου δημοσιεύοντας, όμως, και διηγήματα.
Σημαντικότερη ήταν η σειρά διηγημάτων με τον τίτλο "Utopia" στο περιοδικό "Ο κόσμος του Internet". 1995 - 1996.
Η νουβέλα «99.9% αληθινή ιστορία» κέρδισε το πρώτο βραβείο σε διαγωνισμό διηγημάτων Επιστημονικής Φαντασίας της «Anubis» το 1996.
Το πρώτο του μυθιστόρημα, «Ο Επιβάτης», υποψήφιο για βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου στο περιοδικό «Διαβάζω», εκδόθηκε το 2006 από τις εκδόσεις "Νεφέλη". Ακολούθησαν δύο συμμετοχές με διηγήματα στα συλλογικά βιβλία «Α, όπως Αμερική» και «Το βιβλίο του Κακού» των εκδόσεων "Το Μαγικό Κουτί". 
Το «10 ώρες δυτικά», στις εκδόσεις "Ελληνικά Γράμματα", είναι το δεύτερο μυθιστόρημα. 
Τρίτη συμμετοχή με διήγημα στο συλλογικό "Έρως 13" των εκδόσεων "Ψυχογιός".
Το «Hotel Chelsea», το τρίτο του μυθιστόρημα, στις “Εκδόσεις Ψυχογιός” το 2012.
“Το "Τρίτο Αστέρι", το τέταρτο μυθιστόρημα, κυκλοφόρησε τον Φεβρουάριο του 2018, από τις Εκδόσεις Διάπλαση.
Επίσης, διηγήματά του, άρθρα, και νουβέλες, έχουν δημοσιευθεί από την εφημερίδα "Έθνος", και από τα ακόλουθα ηλεκτρονικά περιοδικά, blogs, και web sites : Literaturefractalτο παράθυροdim/art.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου