Δες! Εκείνο τ’ αστεράκι που κάποτε κοιτούσαμε, μίκρυνε.
Σαν να έφυγε λίγο πιο πίσω. Να ξεφύγει απ’ τη θέα της γης, τα αδιάκοπα βλέμματα των θλιμμένων εραστών και των μόνων.
Τι να γυρεύει μόνο στην άβυσσο;
Ποιος του δείχνει το δρόμο; Και πού να πηγαίνει;
Ήθελα κι εγώ ένα φεγγάρι, θυμάσαι, να χαθώ στην άβυσσο… Τότε που οι προορισμοί δεν είχαν σημασία και χόρευα πατώντας στις μύτες πάνω στο σιδερένιο κρεβάτι.
Πού είναι τώρα το κρεβάτι;
Το’χεις ακόμα ή το πούλησες; Μήπως αραχνιάζει σε κάποια αποθήκη;
Δε θα’ πρεπε.
Ξέρεις, τα κρεβάτια δεν είναι σαν τ’ άλλα έπιπλα. Είναι πιο γερά. Κουβαλάνε πάνω τους τα βαριά ανεκπλήρωτα όνειρα και τη μοναξιά.
Είναι σχεδόν ιερά, είναι ανθεκτικά, πιο πολύ από μας, αντέχουν στον έρωτα και πάντα σ’ αυτά γυρνάμε.
Ό,τι και να το’ κανες εκείνο το κρεβάτι, ελπίζω να είναι ακόμα σε χρήση. Μη μένει μόνο τη νύχτα και θυμάται τα κορμιά μας. Πονάνε αυτές οι αναμνήσεις.
Ξέρω εγώ.
Οπότε αν το’χεις πεταμένο σ’ εκείνη την αποθήκη, πούλα το.
Να μένει τις νύχτες τουλάχιστον απασχολημένο, μη χάνεται σε λαβυρίνθους αναμνήσεων μέχρι να ξημερώσει.
Όσο για εκείνο το αστέρι που κίνησε για αλλού, ίσως πάει να βρει έν’ άλλο σύμπαν. Ένα στο οποίο η ιστορία τελειώνει αλλιώς.
Να βρει το μέρος που κοιμόμαστε ακόμα πάνω σ’ αυτό το κρεβάτι.
Και ίσως… Ίσως κάποια μέρα να γυρίσει να μας δείξει το δρόμο.
Μπορεί τότε να βγούμε κι εμείς απ’ αυτή την αποθήκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου