Είδα το χέρι σου να
χορεύει πάνω στα πλήκτρα της παλιάς
γραφομηχανής που μου έκανες δώρο μόλις
λίγη ώρα πριν. Μία από τις τόσες εκπλήξεις
που σου αρέσει να μου κάνεις ενώ μετά
κοιτάζεις με τα τεράστια μάτια σου
κατευθείαν μέσα στα δικά μου θέλοντας
να ρουφήξεις κάθε συναίσθημα που μου
δημιουργούν τα ξεσπάσματα της αγάπης
σου.
Τακ τακ τακ τακ
τακτακτακτακτακ
Ο γνώριμος και γοητευτικός
ήχος του γραφιά σε άλλες εποχές, ο ήχος
που λατρεύω, πλημμύρισε το δωμάτιο.
Ακόμη δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ετούτη
η γραφομηχανή ανήκει πλέον σε εμένα. Σε
εμάς.
“Λίγο λάδωμα θέλει κι
αλλαγή μελανοταινίας”, μου είπες
ενθουσιασμένα, “θα την καθαρίσουμε
κιόλας κι έτοιμη! Ξέρω να το κάνω, το έψαξα!”,
συνέχισες στον ίδιο τόνο. Δε χόρταινα
να σε βλέπω. Δε χόρταινα να σας βλέπω
μαζί.
Στην αρχή σκόρπια τυχαία
γράμματα παρατάχθηκαν στη σειρά πάνω
στη λευκή κόλλα χαρτί. Άλλα μαύρα άλλα
κόκκινα άλλα μαυροκόκκινα. Η καυλωμένη
αναρχία της ξεχαρβαλωμένης μελανοταινίας
με γοήτευσε. Ξαφνικά είδα στο χαρτί μια
φράση που δεν είχα παρατηρήσει πιο πριν.
“Ψεύτικες λέξεις” είχες γράψει κάπου.
Μου τράβηξε την προσοχή και σε ρώτησα
πώς σου ήρθε. “Τυχαία”, μου απάντησες.
“πάτησα πρώτο το ψ και μου βγήκε.” Θα
γινόταν πολύ ωραίο ποίημα αυτή η φράση
σκέφτηκα και το μοιράστηκα μαζί σου όσο
αναρωτιόμουν αν το brain storming
σου ήταν κατά βάθος όντως
τυχαίο.
Μέσα στις λέξεις
μπορεί να κρυφτεί πολλή προδοσία, μεγάλη
απογοήτευση και τεράστιο κενό όταν το
νόημά τους δεν επιβεβαιώνεται από τις
πράξεις, βλέπεις. Τότε είναι όντως ψεύτικες.
Τότε θα ήταν καλύτερο να μην υπήρχαν.
Οι κοκκινόμαυρες ψεύτικες λέξεις που
τύπωσες έμοιαζαν με ματωμένες σκέψεις
που βρήκαν άναρχα διέξοδο από το μυαλό
σου πριν καν το καταλάβει το συνειδητό
σου. Σε αγκάλιασα. Θα το κάνω ποίημα, σου
είπα. Κι από εμένα ψεύτικές λέξεις δε
θα ακούσεις ποτέ, σκέφτηκα. Αυτός θα
είναι ο στόχος μου κι αν δεν τα καταφέρω
θα τα βάλω πρώτα εγώ η ίδια με τον εαυτό
μου.
Φωτογραφία Έλλη Πράντζου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου