Ήταν ένα πρωί αλλιώτικο
από τα περισσότερα. Είχαν κοιμηθεί μαζί
το προηγούμενο βράδυ, είχαν φάει πρωινό
επίσης μαζί κι αποφάσισαν να συνεχίσουν
το μαζί τους κάνοντας μια βόλτα στην
πόλη πιασμένοι χέρι χέρι. Λίγη ώρα μετά
κατέληξαν στο λιμάνι. Περπάτησαν ανάμεσα
στις παρέες που ξάπλωναν στις ξύλινες
προβλήτες αγναντεύοντας την παραλία
και τον Λευκό Πύργο στην απέναντι πλευρά.
Δεν ήθελαν να καθίσουν μέσα σε τόσο
κόσμο κι έτσι συνέχισαν προσπερνώντας
το μουσείο κινηματογράφου και ψάχνοντας
μια κάπως πιο ήσυχη γωνιά.
Σπάνιο, βέβαια, να
ησυχάσει κανείς στο λιμάνι της
Θεσσαλονίκης. Εκεί λαμβάνουν χώρα τα
πάντα κι ο κόσμος δε σταματά ν' ανανεώνεται
ποτέ. Τη μέρα λιάζονται παρέες και
ζευγάρια στα πεζούλια, στις προβλήτες,
στα παγκάκια και στις χαρακτηριστικές
μεγάλες ξύλινες ξαπλώστρες βγάζοντας
φωτογραφίες, καπνίζοντας και συζητώντας
ζωηρά. Τα βράδια χαλαρώνουν με μπίρες
στο χέρι χαζεύοντας τα φώτα της πόλης
και τις αντανακλάσεις τους στο Θερμαϊκό.
Όταν έχει πανσέληνο τα πάντα λούζονται
στο φως της κι από κει έχουν βγει ουκ
ολίγες πανοραμικές φωτογραφίες με το
ολόγιομο φεγγάρι να δεσπόζει κρεμασμένο
πάνω από τις πολυκατοικίες και τη
θάλασσα.
Έχει έναν περίεργο
ρομαντισμό το μέρος κι ας μην είναι αυτό
που λέμε απόμερο. Εκεί θα πας με τον
έρωτά σου, εκεί θα πας να ρεμπελιάσεις
με την παρέα σου, εκεί θα πας να χαθείς
μόνος στον ορίζοντα, εκεί θα πας να
περπατήσεις ένα βήμα πιο κοντά στα
φλογερά ηλιοβασιλέματα της πόλης, εκεί
λαμβάνουν χώρα διάφορες εκδηλώσεις και
events, εκεί χτυπάει
η καρδιά της Θεσσαλονίκης σε διάφορα
τέμπο.
Συνέχισαν λίγο
ακόμη τη βόλτα τους ώσπου αποφάσισαν
να καθίσουν σε κάτι τσιμεντένια σκαλοπάτια
ενός από τα κτίρια του λιμανιού.
Στριμώχτηκαν αγκαλιασμένοι σε ένα σκαλί
ενώ απέναντί τους μια κοπέλα κι ένα
παιδί -φίλοι- τραγουδούσαν γρατσουνώντας
μια κιθάρα. Παρατήρησαν ότι η φωνή της
κοπέλας ήταν υπέροχη κι αφέθηκαν στις
νότες για να ταξιδέψουν σιγομουρμουρίζοντας
όσους από τους στίχους ήξεραν ήδη.
Τα τραγούδια
διαδέχονταν το ένα το άλλο κι ήταν πια
σαν οι τέσσερίς τους να έχουν γίνει μια
παρέα χωρίς να έχουν μιλήσει καν.
Επικρατούσε μια ανάμεικτη ατμόσφαιρα.
Ο ρομαντισμός, φυσικά, δεν μπορούσε να
λείπει αλλά ταυτόχρονα έσπαγε από τα
αστεία της κοπέλας σε κάθε διάλειμμα
μεταξύ των ρεφρέν. Δεν είχαν σταματήσει
να είναι αγκαλιασμένοι. Μόνο για να
ανταλλάξουν τζούρες άφηναν για λίγο τα
χέρια τους κι έπειτα ξανά αγκαλιά.
Η κοπέλα συνέχισε
να παίζει μια γνωστή μελωδία. Όταν
σταμάτησε την κοίταξαν και φώναξαν προς
το μέρος της ότι έχει απίστευτη φωνή.
Εκείνη κι ο φίλος της χαμογέλασαν.
“Ευχαριστώ!” απάντησε και πρόσθεσε
αυτοσαρκαστικά ένα σχόλιο που δήλωνε
πως η φωνή της ήταν πιο χάλια από ποτέ
γιατί ήταν κρυωμένη. Φαντάσου πώς θα
ήταν στα καλά της, σκέφτηκαν κι οι δυο.
Τα παιδιά λίγη ώρα μετά πήραν τις κιθάρες
τους, χαιρέτισαν κι απομακρύνθηκαν από
τα σκαλιά θυμίζοντάς τους ότι σε λίγο
θα έπρεπε να φύγουν κι εκείνοι.
Γιατί να μην
κρατάνε για πάντα αυτές οι μικρές όμορφες
στιγμές; Ή μήπως έτσι θα έχαναν την αξία
τους; Η ζωή παρ' όλα αυτά είναι γεμάτη
από δαύτες. Αρκεί να ξέρουμε να τις
εκτιμάμε και να μην τις αφήνουμε να μας
προσπερνούν αδιάφοροι και γκρίζοι από
τις σκοτούρες της καθημερινότητας.
Σηκώθηκαν,
τινάχτηκαν, ξαναπιάστηκαν χέρι χέρι
και πήραν τον δρόμο της επιστροφής
στενοχωρημένοι που θα αποχωρίζονταν ο
ένας τον άλλον έστω και για λίγο. Δεν
ξέρω αν η Θεσσαλονίκη είναι η πόλη του
έρωτα, όπως λένε, όμως ο δικός τους είχε
γεννηθεί σ' αυτήν την πόλη και το λιμάνι
ήταν ένα από τα μέρη που τον φιλοξενούσε
πού και πού.
Τα απογεύματα
κατέβαιναν γεμάτοι ενθουσιασμό και
ζωσμένοι με τις DSLR τους
για να φωτογραφίσουν ηλιοβασιλέματα.
Κατέληγαν πάντα αγκαλιά όπως τώρα κι
έφευγαν μόλις έπεφτε ο ήλιος εντελώς
πίσω από τον ορίζοντα.
Απομακρύνθηκαν
από το λιμάνι σκεπτόμενοι ότι θα
ξαναπήγαιναν σύντομα κι άλλη βόλτα στην
πόλη, αλλού. Έχει τόσα να δεις ειδικά
όταν είσαι ερωτευμένος. Τότε είναι,
εξάλλου, που τα άσχημα εξαφανίζονται
και τα όμορφα ομορφαίνουν ακόμη πιο
πολύ!
Φωτογραφία: Ευτυχία Πασχαλίδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου