Σε πόλη ξένη,
το νοσοκομείο πιο άσπρο ντύνεται.
Οι διάδρομοι στενότεροι
οι μούχλες πυκνότερες.
Στην πόλη καθώς βαδίζω
με σκυμμένο κεφάλι
ούτε μισός άνθρωπος να ρωτήσει
που πηγαίνω, να απαντήσω
στον γιατρό,
να ρωτήσει έπειτα τι έχω…
Τίποτα δεν είχα,
μονάχα πλυμένο το μπαλκόνι
και τα παράθυρα στην ανάκληση.
Ούτε μοίρα, ούτε φόβο.
Θα ζούσα για να υποφέρω πιότερο.
Λόγος ανησυχίας κανένας,
σαν κακό σκυλί
ούτε θα πέθαινα
ούτε θα χαϊδευόμουν.
Κίνησα ένα πρωί για το νοσοκομείο
και δεν μου είχε μείνει
άνθρωπος
να ανησυχήσει
κανείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου