-Μπορείς να μου πεις τι
μέρα είναι σήμερα; Δε με νοιάζει αν είναι
Τρίτη, Πέμπτη ή Σάββατο. Πες μου μόνο τι
μέρα είναι για σένα. Με τι μοιάζει; Πώς
νιώθεις και ποιον αναζητάς; Θυμάσαι ή
διαγράφεις; Επιθυμείς ή αποστρέφεσαι;
Θέλω να μου πεις αν κάνεις αυτή τη στιγμή
μια ευχή, αν σου δοθεί η ευκαιρία να
ξαναζήσεις κάτι αλλά να το διαμορφώσεις
όπως θα ήθελες πια, τώρα που ξέρεις, σε
ποια άλλη μέρα βλέπεις τον εαυτό σου
να επιστρέφει και πώς έμοιαζε για σένα
το τότε της μέρας εκείνης; Κέρδισες ή
έχασες;
-Είναι μια μέρα κλειστή.
Από εκείνες τις περίεργες σκουρόχρωμες
μέρες. Όχι τις μουντές, θλιβερές κι
άχαρες αλλά από εκείνες που θα ήθελες
να περάσεις μόνο εσύ κι ο έρωτας. Αγκαλιά
σαν ξεχασμένοι από τον κόσμο. Είναι μέρα
σαν ιμπρεσιονιστικός πίνακας ζωγραφικής
κι όλοι εκείνοι που περιβάλλουν τους
δυο δεν είναι παρά κομπάρσοι για να
γεμίζει το μοτίβο. Δεν είναι σκουρόχρωμη
στο χρώμα της μελαγχολίας αλλά της
εσωστρέφειας. Μιας εσωστρέφειας που σε
κάνει πιο δημιουργικό από ποτέ. Πιάνεις
την έμπνευση από το χέρι κάπως απότομα
κι αρχίζεις να της μαθαίνεις τα βήματα
ενός χορού που έχει το όνομά σου. Ύστερα
κοιτάς δίπλα σου κι είναι ο αυτός, ο
ίδιος ο έρωτας, ούτε θνητός ούτε θεός
μα θεός στα δικά σου τα μάτια κι εσύ ο
θεός του. Κι ίσως κι αυτό να είναι ακόμη
πιο πολύ απ' όσο θα μπορούσες να
διαχειριστείς, ν' αντέξεις. Πώς να του
πεις τη λέξη κλειδί και να μη σε ακούσουν
οι φόβοι σου, οι σκέψεις σου, ένα ολόκληρο
παρελθόν που κουβαλάς μέσα στο σκόρπιο
μυαλό σου; Μα είναι η μέρα που του τη
λες. Του μιλάς. Και για το τώρα σας, γι'
αυτή τη μέρα, είναι εκεί, ακόμη δίπλα
σου κολλημένος σαν πιο απαραίτητος κι
από το ίδιο σου το δέρμα, σαν προέκταση
της αύρας σου που σήμερα -και κάθε σήμερα
που θα ήθελες να ρθει- έχει μπασταρδέψει
κι εκείνη από την ύπαρξή του. Σήμερα
είναι μέρα του μαζί. Αλλά του μόνο μαζί.
-Και;
-Και θυμάμαι και διαγράφω
κι επιθυμώ και σκέφτομαι. Αποστρέφομαι
τα κομμάτια μου εκείνα που με κάνουν να
(τα) φοβάμαι. Κοινός παρονομαστής ο ένας
άνθρωπος που σε κάνει πάντα να αναρωτιέσαι
πώς γίνεται να είναι όλα αυτά μαζί. Ένας
άνθρωπος. Ένας. Άνθρωπος (ο δικός σου
θεός).
-Αν γυρνούσες;
-Τώρα που ξέρω;
-Τώρα που ξέρεις.
-(Γέλιο) Ξέρω. Ναι
(ειρωνικό). Κι αν είχα, που λες, την
ευκαιρία να γυρίσω στη μέρα που συνοδεύω
πού και πού με το χαμόγελο του νοσταλγού
ταξιδιώτη -μόνο που εγώ ταξιδεύω μπρος
πίσω στον χρόνο και νιώθω σαν να μη
μεγαλώνω ποτέ- θα ήταν πάλι με τον έναν
συνδεδεμένη. Με τον έρωτα. Εκείνον που
μισο-ολοκληρώθηκε. Εκείνον που παρέμεινε
ολοκληρωμένα μισός που μίσεψε όταν
προσπάθησε να γίνει ολόκληρος. Τι θα
έκανα αλλιώς; Πιο τολμηρή θα ήμουν. Πιο
εγώ. Όσο πιο εγώ γινόταν. Ποιο απ' όλα τα
εγώ, θα μου πεις. Αυτό θέλω να το κρατήσω
για μένα, αν μου επιτρέπεις. Κι αν δε μου
επιτρέπεις δε με νοιάζει πια. Με συγχωρείς.
Έχω φάει πολύ “άνθρωπο” στη μάπα φίλε,
γι' αυτό είμαι πια εδώ μόνο για τον έναν.
Τον έρωτα που θα παρα-μείνει τέτοιος.
Τον δικό μου θεό. Μέχρι να αποκαθηλωθεί
από τον ίδιο τον εαυτό του. Όλοι οι άλλοι,
ξέρεις, είναι εκεί ιδιοτελώς στα ναι
σου μα ποντάρουν στην αγάπη τα ρέστα
τους λερώνοντάς τη καθώς την επικαλούνται.
Τουλάχιστον στον έρωτα θέλεις και λες
ναι κι όσο μένει κι αυτός τέτοιος μόνο
ναι θέλει ο ίδιος να σου λέει. Κι όχι τα
ναι της υποχρέωσης, τα ναι που λέγονται
για να μη μας παρεξηγήσουν, τα ναι για
να μην κακοκαρδίσουμε κάποιους άλλους
που συνήθως κακοκαρδίζουν εμάς. Τα ναι
του έρωτα είναι τα ναι της απόλυτης
λαχτάρας. Μα δεν παραμυθιάζεσαι. Κι όσο
κρατήσουν, λες. Σε μια τέτοια μέρα θα
γυρνούσα πάλι. Θα μετέτρεπα τα όχι μου
σε ναι.
-Κέρδισες ή έχασες;
-(Σαρκαστικό χαμόγελο)
κάτι κερδίζεις, κάτι χάνεις δε λένε;
-Άστα αυτά.
-Τι να σου απαντήσω;
Σήμερα είναι η μέρα που σου λέω πως
κέρδισα. Μα έλα έναν (όποιον) χρόνο μετά
να με ξαναρωτήσεις και δες αν η απάντησή
μου παραμένει τότε η ίδια. Κατάλαβες;
Σήμερα απλώς είναι η
μέρα που θα ήθελες να εννοεί αυτά τα
οποία λέει ο τωρινός ένας μα όχι μόνο
για σήμερα. Είναι μια ακόμη μέρα ουτοπίας.
Μα είναι όμορφη, γι' αυτό.
(Φωτογραφία: Έλλη Πράντζου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου