Δεν είναι στάχτες σας λέω, κοιτάξτε καλά.
Είναι η σάρκα που έγινε όλη μαύρα φτερά.
Όταν τα χέρια της μάνας σε κρατάνε σφιχτά, κανένας πόνος δε σε διαπερνά.
Ακόμη κι όταν τα χέρια της μάνας καίνε δε σου μεταφέρουν τη φωτιά.
Καπνός παντού, ουρλιαχτά, μια καυτή αύρα άρχιζε να μας λιώνει κι εγώ φοβόμουν.
Φοβόμουν μα ήμουν στο πιο ασφαλές και μαλακό μέρος του κόσμου.
Στην αγκαλιά της.
Όλα άρχισαν να σβήνουν η μαμά μου μιλούσε για ένα μέρος όπου εγώ θα μείνω για πάντα παιδί κι αυτή νέα και δε θα πηγαίνει πια δουλειά τα πρωινά.
Μονάχα θα παίζουμε δίπλα από ένα ποτάμι με κύκνους και βατράχια κι άλλα παιδάκια που πέταξαν μαζί μας σ' αυτή τη μαγική γη.
Μου ακούστηκε τόσο ωραίο.
Η μαμά μου έκλεισε τα μάτια.
Πονούσε αλλά ήταν ήρεμη και χαμογελούσε. Κοιμήθηκα. Δεν ένιωσα πόνο σας λέω.
Γι' αυτό και τώρα κοιτάξτε καλά.
Δεν έγινα στάχτες.
Έγινα ολόκληρη φτερά στην αγκαλιά της μαμάς μου, εδώ ακριβώς σ' αυτό το σημείο και την πήρα μαζί μου στον όμορφο αυτό κόσμο που μου έλεγε.
Μην κλαίτε.
Είμαι καλά!
Η μαμά μου πια δεν θα λείπει από το σπίτι.
Δε χρειαζόμαστε πια λεφτά κι όλα αυτά τα περιττά.
Θα είμαστε για πάντα αγκαλιά, γεμάτες μαύρα φτερά!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου