γράφει ο Θ.Δ.Τυπάλδος
Αν πάρετε στα χέρια σας την δεύτερη ποιητική συλλογή τού Αρτέμη Μαυρομμάτη που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Θράκα, με γενικό τίλτο “Χασέπ”, και το κρατήσετε μπροστά στον καθρέφτη σας, το είδωλο του στην αντανάκλαση και την γνωστή αντιστροφή της εικόνας που πάντα διαδραματίζεται σε κάθε ματιά μας στην γυάλινη επιφάνεια, θα δείτε τη λέξη “Χασέπ” να μετατρέπεται σε “πεσαΧ”. Όπως είναι γνωστό (αν όχι σε όλους, σίγουρα στους περισσότερους) η λέξη Πεσάχ, στα εβραϊκά σημαίνει Πάσχα. Με τη σειρά του, το Πάσχα σημαίνει “πέρασμα”. Για τους Εβραίους, Πάσχα είναι το πέρασμα από την Αίγυπτο προς τη Γη της Επαγγελίας, για τους Χριστιανούς, Πάσχα είναι το πέρασμα από τα μονοπάτια του θανάτου στα ροδοστόλιστα λειβάδια της ζωής. Για τον Αρτέμη Μαυρομμάτη, το Πάσχα είναι το πέρασμα από το “αναγνωριστικό στάδιο”, την διαμόρφωση του ποιητικού του λόγου και της υφολογίας, προς την “εμπειρική κατάκτηση” τού “μηνύματος”. Το “μήνυμα”, δεν είναι τίποτα περισσότερο από την ίδια τη φώνη που διαμέσου των εμπειριών και της αναζήτησης, μπορεί να διαμορφώσει ο κάθε ποιητής. Το “μήνυμα”, είναι όλα όσα ο ποιητής θέλει να αφήσει ως χνάρια πάνω στο “λευκό χιόνι”, είναι όλα όσα είδε ο ποιητής, όλα όσα εννοεί μα ακόμη περισσότερο, όλα όσα δεν εννοεί.
Θα πρέπει όμως αυτά τα δύο στάδια που χαρακτηρίζουν τον ποιητή, να τα δούμε λίγο ως σύνολο μια και το πέρασμα, μπορεί να έχει εδώ τον πρώτο λόγο, μα για κάποιον που δεν γνωρίζει τον Αρτέμη Μαυρομμάτη, θα πρέπει οι συστάσεις να γίνουν όσο το δυνατόν πιο σωστά, να ρίξουμε μία γέφυρα με την πρώτη ποιητική συλλογή τού Αρτέμη, από το “αναγνωριστικό στοιχείο” στην “εμπειρική κατάκτηση” του“μηνύματος”: πριν το “Χασέπ”, προϋπήρξε η συλλογή "Εν Πλω" (εκδ. Θράκα) εκεί όπου ο ποιητής μας συστήθηκε μ' έναν παράδοξο τρόπο: με τη δημιουργία μιας ολόκληρης νήσου, τη νήσο των ασπόνδυλων! Είναι γνωστό πως η δημιουργία, είναι μια μικρή προσέγγιση προς το θείο κι αυτός ακριβώς είναι η κινητήρια δύναμη για όλους όσους διαθέτουν τους εαυτούς τους στη τέχνη, στη γραπτή ή την εικαστική της μορφή. Όταν λοιπόν, η δημιουργικότητα κάποιου είναι ικανή να χαρτογραφήσει και να καταδείξει μια ολόκληρη νήσο (έστω κι αν η βάση της νήσου αυτής, υπάρχει τοποθετημένη στην άμεση πραγματικότητα κι από 'κει, να δανείζεται τα βασικά χαρακτηρηστικά της, στο τέλος, το πνεύμα τής νήσου, ήταν το πνεύμα του δημιουργού της) σε κατάσταση εν πλω πάνω στα ελληνικά γράμματα να κινείται, τότε, μιλάμε για κάποιον που άγγιξε το θείο χωρίς να αποζητά να απορροφηθεί από αυτό. Ξεκινώντας λοιπόν από το "Εν Πλω" και πηγαίνοντας στο "Χασέπ", συγκρίνοντας υφολογικά τα δύο αυτά ποιητικά κείμενα, μπορώ να χαρακτηρίσω την ποίηση του Αρτέμη, ως "εναλλασσόμενο διαρκές ηλεκτροφόρο ρεύμα" και αυτό ακριβώς είναι η ποίηση του, ηλεκτροφόρα Volt που διαπερνούν τον νου και την ικανότητα συνείδησης του αναγνώστη χωρίς επιτηδευμένα κόλπα και προσπάθειες εντυπωσιασμού. Δεν γυρεύει η ποίηση του Αρτέμη να ανακαλύψει κάποιο τέχνασμα να παντρέψει τις λέξεις μεταξύ τους μόνο και μόνο για το θεαθήναι, ή για να βρεθούν κάπου - κάπως - κάποτε, οι διαπιστευμένοι κριτικοί τέχνης που θα του δώσουν το βραβείο του "καινοτόμου", του "πρωτοποριακού" ποιητή.
Η ποίηση λοιπόν του Αρτέμη, μπορεί να έχει μια κάποια βάση στην άμεση πραγματικότητα, πλημμυρίζει όμως από το Spiritus Mundi, κάτι που προσδίδει στον λόγο τού ποιητή, μία εννοιακή καταγραφή. Το “Χασέπ”, είναι ένας μονόλογος αγωνίας, διανθισμένος από το Spiritus Mundi, αλλά όπως προείπα, η ποίηση του Αρτέμη, έχει μεν βάση και στο φυσικό στοιχείο, δεν μένει όμως σε αυτό. Εξαπλώνεται με περίτεχνο τρόπο στο μεταφυσικό επίπεδο κι αυτό το καταφέρνει με την δύναμη των στίχων και των ηχοχρωμάτων – τη μουσικότητα των λέξεων που ο ποιητής περίτεχνα επιλέγει, καταφέρνοντας έτσι, να υπάρχει ακόμη και στις σκοτεινές γωνίες των ποιημάτων του, πάντα ένα κάποιο φως (έστω, μία αμυχή φωτός, αλλά το φως, πάντα υπάρχει ακόμη κι όταν, δεν γίνεται εύκολα αντιληπτό) και πάντα υπάρχει μία αυλωδία να μαγεύει με οπτικοποίηση των ήχων, τον αναγνώστη. Στον στίχο "βάλε την λογική στο αθόρυβο", το μεταφυσικό στοιχείο, γίνεται μία προτροπή, μία παράκληση προς όλους, να ακούσουν επιτέλους τη φωνή των αισθήσεων και των (συν)αισθημάτων. Η παρότρυνση να βάλουμε την λογική στο αθόρυβο, σε καμία των περιπτώσεων, δεν θα πρέπει να εκληφθεί ως κάποιος αδιέξοδος ύμνος προς την τρέλα, (τουλάχιστον, όχι η τρέλα για την τρέλα). Είναι και πρέπει να εκληφθεί, ως μια προτροπή προς όλους, να ακούσουν τις εσώτερες καθώς και εξώτερες φωνές οι οποίες, ναι μεν υφίσταντο, δεν τις κατανοούμε όμως, είτε αυτό γίνεται εσκεμμένα, ή απλά, από αδυναμία να αντιληφθούμε το μη αντιληπτό, και με ευκολία απαράμιλλη, να το συγχέουμε εύκολα με την ανυπαρξία. Με όλα αυτά ακριβώς τα δεδομένα, κατατάσσω στην εννοιακή ποίηση το έργο του Αρτέμη, προσθέτοντας ακόμη έναν λόγο: αναφορές στην πραγματικότητα, όπως ήδη έχουμε πει, υπάρχουν, δεν υπάρχει όμως πουθενά μίμηση της πραγματικότητας. Συνεχίζοντας την ανάγνωση του "Χασέπ", με ευκολία μπορεί ο καθένας να διακρίνει και τα σιβυλλικά ξεσπάσματα που απλόχερα υπάρχει στην ποίηση του Αρτέμη, πιστός ίσως στο δόγμα πως “ο ποιητής γράφει πρώτιστα για τον ίδιο και δευτερευόντως για τους άλλους”, κρατάει κάποια μυστικά για τον ίδιο.
Ναι, φυσικά έχει αποφασίσει ο ποιητής από τη στιγμή που θέλησε να εκδοθούν τα ποιήματά του, να εκτεθεί δημόσια, να ξεγυμνωθεί ολότελα ενώπιον των “αδηφάγων οφθαλμών” των αναγνωστών, των κριτικών, των άλλων ποιητών. Ναι, αποφάσισε ο ποιητής να πεθαίνει καθημερινά μπροστά στον καθένα που στην τελική, μπορεί να ζητάει από τον ποιητή μοναχά αυτό τον θάνατό του, για να ικανοποιήσει τα υποβόσκοντα ένστικτα, τη δίψα για αίμα και θεάματα, γιατί, πολλές φορές είναι ανάγκη κάποιων να συγχέουν τον “ποιητή” με τον “γελωτοποιό” για να μπορούν -όσο μπορούν- να ευτελίσουν αυτό που δεν είναι σε αυτούς κατανοητό με το αναγάγουν στο ιλαρό. Δεν μπορούν να καταλάβουν αυτοί οι “κύριοι” ότι ο ποιητής και ο γελωτοποιός, έχουν ακριβώς την ίδια αποστολή που μόνο ιλαρή δεν είναι, έχουν αποστολή τους το δικό τους κλάμα να το μετατρέπουν σε γέλιο αυτών που προσπαθούν να τους εκμηδενίσουν.
Πέρα από αυτά τα στοιχεία, ο αναγνώστης θα διακρίνει με ευκολία και τον έντονο σαρκασμό του Αρτέμη. Το χιούμορ εδώ, διαχέεται με μία ορμή χειμαρρώδη (χειμαρρώδης, όχι χίμαιρες) που είμαι βέβαιος πως σε συντηρητικά μυαλά, θα φανεί απλά ως μία πρόκληση για την πρόκληση. Φυσικά, η ποίηση του Μαυρομμάτη, δεν απευθύνεται σε συντηρητικά - σκοροφαγωμένα μυαλά, οπότε, δεν μπορεί να απασχολεί τον ποιητή η άποψή τους. Το σίγουρο είναι πως η γραφή του Μαυρομμάτη, σε καμία των περιπτώσεων, δεν είναι πρόκληση για την πρόκληση. Η ποίηση του Μαυρομμάτη, είναι αυτό που η ποίηση οφείλει να είναι, αυτό που ο Ανδρέας Εμπειρίκος ονόμασε “ανάπτυξις στίλβοντος ποδηλάτου”, εδώ βρίσκει το παράδειγμά του. Η “ανάπτυξις”, σε κάθε στίχο σε κάθε στροφή, είναι δεδομένη. Τα πάντα αρχίζουν εδώ με ένα α καθησυχαστικό, για να αρχίσει σιγά – σιγά να αναπτύσσει την ταχύτητα και την ορμή που θα χρειαστεί έτσι ώστε, να καταλήξει σ' ένα φλεγόμενο ω, ένα ω που επιδιώκει να κατρακυλήσει, έξω από τη σελίδα τού βιβλίου και να ζητήσει να ανατινάξει τη μιζέρια μίας ζωής έγχρωμης, μίας ζωής δίχως χρώμα εν τέλει.Το "Χασέπ", πέρα από αυτά στα οποία ήδη έχω αναφερθεί, είναι και ένα πέρασμα στις πιο κρυφές και τις περισσότερες φορές, τις απαγορευμένες σκέψεις που κάνουν κάποιοι από μας, που ενώ ειλικρινά, αγωνιούμε για αυτό που ονομάζουμε "γενικό σύνολο", μοιάζουμε (ή κάποιοι, έτσι θέλουν να μας παρουσιάσουν) οι παρίες και οι εχθροί του συνόλου αυτού. Είναι ένα πέρασμα στο “απαγορευμένο”, στο καθολικά ποθητό μα οικουμενικά μη επιτρεπόμενο. Είναι το πέρασμα από όλα τα “μη” που κατά καιρούς ακούσαμε όλοι σε διάφορες στιγμές της ζωής μας (από το παιδικό “μη το γλυκό”, ως το εφηβικό “μη σηκώνεις κεφάλι”, είναι μόλις ένα σκαλοπάτι που τα χωρίζει) στη βουτιά της ελεύθερης σκέψης και του απελευθερωμένου πόθου.
Θα μπορούσα να πω ότι, εντός του "Χασέπ", βρίσκεται μία στάση αναμονής για το απόλυτο, και είναι γεμάτο με αγωνία για την πλήρη αποδοχή του “ορθού” λάθους από τον σύγχρονο άνθρωπο. (Βέβαια, αναγνωρίζω πως η έννοια "λάθος" στη συγκεκριμένη περίπτωση, κρύβει το στοιχείο της υποκειμενικότητας, ή της αντικειμενικότητας που ο σύγχρονος δυτικός τρόπος ζωής, έχει και μένα εμβολιάσει και όσο κι αν θέλει κάποιος να ξεφύγει από δεδομένα, -όπως εγώ δηλαδή-, πάντα κατάλοιπα παραμένουν στην ιδιοσυγκρασία και τη σκέψη). Η επανάληψη του στίχου "οι αλυσίδες τρίζουν", είναι μια καταφανέστατη αναφορά στην ιστοριογραφία ολόκληρου του ανθρώπινου γένους, και μια απόδειξη για τα δικά μου λεγόμενα πως το "Χασέπ", είναι ένας εσωτερικός μονόλογος, διανθισμένος από το Sriritus Mundi, κι είναι αυτό ακριβώς το στοιχείο που κάνει την ποίηση του Μαυρομμάτη, να ξεπερνάει την λεγόμενη, προσωπική ποίηση και να μετουσιώνεται σε συλλογική ανησυχία, δίχως όμως να καταλύει το στοιχείο του ατομικού, (κι αν αυτό δεν είναι το ζητούμενο για να πάει ο κόσμος παρακάτω, δηλαδή να μετουσιωθεί το "εγώ" σε "εμείς", δίχως όμως τα κατάλοιπα των "μαζών", τότε ποιο είναι άραγε το ζητούμενο;)
Ας μην αναμένει όμως κανείς λόγω της συλλογικής αυτής ανησυχίας, να βρει στην ποίηση του Μαυρομμάτη, τα στοιχεία εκείνα που αποτελούν αυτό που ονομάζουμε "στρατευμένη ποίηση", τουλάχιστον, όχι όπως έχει αυτή καθιερωθεί. Πολιτική στάση, σίγουρα υπάρχει, καθώς, κατ' εμέ, πολιτικό ον είναι ο κάθε πολίτης της όποιας χώρας, ειδικά, ο ανήσυχος πολίτης που στρέφεται στην δημιουργία μίας τέχνης παν-ανθρώπινης. Η πολιτική στάση του Μαυρομμάτη, δεν είναι αμιγώς ευανάγνωστη. Θα μπορούσα να χαρακτηρίσω τη στάση του και την τοποθέτηση του, ως ένα μικρό παιδί, το οποίο, παίζει κρυφτό με τους φίλους του, κι εφόσον κατάφερε και βρήκε την καταλληλότερη κρυψώνα, αφήνει τους άλλους να το γυρεύουν για αμέτρητες ώρες, κι όταν πλέον εκείνο θα το κρίνει, θα βγάλει το κεφάλι του από την κρυψώνα και με το πιο αθώο και συνάμα, το πιο σατανικό του χαμόγελο, θα φωνάξει στην παρέα του:
"Νίκησα: κατάφερα και είπα την αλήθεια που είναι το ζητούμενο, το μυστικό μου όμως, ακόμη το έχω σφραγισμένο και δεν θα το αποκαλύψω παρά μόνο όταν όλα τα μυστικά της ζωής, της ποίησης, του αγνώστου, της πολιτικής, θα αποκαλυφθούν και αυτά, γιατί, πολύ απλά, είμαι μέρος ενός συνόλου που φοβάται το φως και παρότι συνέχεια χανόμαστε όλοι μέσα σε γιγαντιαίους λαβύρινθους φωτός, ακόμη φοβόμαστε να μετουσιωθούμε σε μόρια φωτός κι εμείς οι ίδιοι.
Όσο λοιπόν μένουμε δέσμιοι του φόβου, είμαι κι εγώ υποχρεωμένος να κρύψω ένα κομμάτι αλήθειας, ένα κομμάτι “εγώ” έτσι που να μη χρειαστεί να αλληλοφαγωθούμε, τουλάχιστον όχι πριν την ώρα που οι “εχθροί” θα έρθουν μεταμφιεσμένοι ως “φίλοι”."
Θα πρέπει όμως κι εσείς να κουραστείτε για να ανακαλύψετε όσα μυστικά επιτρέπει το "Χασέπ", (το πέρασμα), γιατί, μην ξεχνάτε ποτέ, (κι αυτό αφορά την ανάγνωση όλων των βιβλίων και όχι μόνο το συγκεκριμένο), όσο δύσκολη δουλεία είναι η γραφή ενός βιβλίου, άλλο τόσο δύσκολη οφείλει να είναι και η ανάγνωση αυτού. Ευκολίες μόνο οι εκπτώσεις κάνουν και ο Αρτέμης Μαυρομμάτης, είναι από 'κείνους τους δημιουργούς που εκπτώσεις ΔΕΝ ΚΑΝΟΥΝ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου