Όπως μπορεί να έγινε αντιληπτό και στο προηγούμενο άρθρο αρέσκομαι στο να σχολιάζω ταινίες που αποτέλεσαν σταθμό στον κινηματογράφο και διαθέτουν κάποιο συγκεκριμένο χαρακτηριστικό όπως για παράδειγμα η ενηλικίωση στα πλαίσια μίας πολιτικής κατάστασης ( βλ. «Περσέπολις» , «Αυτή είναι η Αγγλία») ή κάποιο φιλμ που να μου τράβηξε την προσοχή λόγω της ατμόσφαιρας που δημιουργεί.
Η παρακάτω ταινία νομίζω συνδιάζει πολύ πετυχημένα αυτά τα δύο στοιχεία.
Αρσενικό-Θηλυκό (Ζαν Λυκ Γκοντάρ)
Γαλλία, Δεκέμβρης 1965 ,
Ο πρωταγωνιστής μόλις απολύθηκε από τον γαλλικό στρατό και καλείται να ξαναβγεί στην κοινωνία Ιδεαλιστής συγγραφέας που ερωτεύεται την επίδοξη τραγουδίστρια, Μαντλέν και γίνονται ζευγάρι . Αντιμετωπίζει μία δυσκολία να επικοινωνήσει με τους συνομηλίκους του. Μέσω του κινηματογραφικού φακού του Γκοντάρ παρατηρούμε τις συζητήσεις που λαμβάνουν χώρα στο φιλμ σχετικά με τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες πριν το Μάη του ‘68. Οι χαρακτήρες αποκαλούνται «τα παιδιά του Μαρξ και της κόκα κόλα». Ο Paul προσπαθεί να δει τι θα κάνει με τη ζωή του.
Ονειρεύεται ένα καλύτερο κόσμο. Η Μαντλέν από την άλλη έχει αποφασίσει πως θα ζήσει μία συμβατική ζωή ως ποπ τραγουδίστρια. Συναντάμε δύο κοινά πρόσωπα της εποχής, δύο ανθρώπους που εκπροσωπούν μία ολόκληρη νεολαία. Η πολιτική , οι καθημερινές ανησυχίες και το σεξ φαίνεται να είναι βασικά ζητήματα που τους απασχολούν. Αυτή η ταινία είναι ένας συνεχής διάλογος, γεννά συνεχώς αμφιβολίες. Και αυτό είναι που την κάνει πιο ενδιαφέρουσα. Αφηγείται μια γενιά. Μιλάει για άτομα που ναι μεν ακόμη αναρωτιούνται ποιοι είναι και τι κάνουν σε αυτό τον κόσμο ,στο τέλος κατεβαίνουν στο δρόμο και γράφουν ιστορία Μιλάει για τον τύπο «γυναίκα» και τον τύπο «άνδρα», που στην πραγματικότητα εκείνη την εποχή κατά τον Γκοντάρ είχε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.
Οι μεν θέλουν να γίνουν τα επόμενα μοντέλα του «Elle» και οι δε αναρωτιούνται πως θα αλλάξουν τον κόσμο. Ευτυχώς αυτά έχουν αρχίσει και αλλάζουν. Ωστόσο, η συνεχής εναλλαγή των πλάνων αλλά και το εύρος των συζητήσεων κρατούν το ενδιαφέρον του θεατή και θα μπορούσε να πει κανείς πως πρόκειται για ένα διαδραστικό παιχνίδι αφού σε όλη τη διάρκεια της ταινίας καλείσαι να σκεφτείς όλα τα ερωτήματα που τίθενται.
«Kill a man and you’ re a murderer
Kill thousands and you’ re a conqueror
Kill them all and you’ re a god»
Ο κύκλος των χαμένων ποιητών
Αμερική 1959
Παρατηρούμε ένα νέο που πασχίζει να ακολουθήσει την καρδιά του και το οικογενειακό περιβάλλον έχει ήδη σχεδιάσει το συμβατικό μέλλον του.Μιλάμε για μία εποχή, κατά την οποία οι νέοι συνήθως ακολουθούσαν τις βλέψεις των γονιών τους.Οι χαρακτήρες διαγράφονται ξεχωριστά και παρουσιάζουν διαφορετικές καταστάσεις , ο καθένας.
Οι δύο κεντρικοί μαθητές – πρωταγωνιστές , ο καθηγητής , ο διευθυντής αλλά και ο πατέρας αντιπροσωπεύουν τα πρόσωπα μιας κοινωνίας. Παρουσιάζονται οι διαφορετικές ηλικιακές φάσεις που βρίσκονται οι χαρακτήρες αλλά και ο τρόπος που αντιμετωπίζουν την πραγματικότητα. Οι πρώτοι με το νεαρό , αυθόρμητο και αντικομφορμιστικό στοιχείο της ηλικίας τους ελπίζουν να αλλάξουν τον εαυτό τους και να ξεφύγουν από τα πρότυπα των γονιών τους και να γνωρίσουν το καινούριο μέσω της τέχνης. Οι άλλοι αφιερώνονται στην μύηση των νέων. Ο καθηγητής από τη μία προσπαθώντας τους βοηθήσει να βρουν τον εαυτό τους και ο διευθυντής με τον πατέρα από την άλλη να τους φυλακίσουν στην τυπική, στυγνή πραγματικότητα που τους περιμένει εκεί έξω.
«Η ιατρική, οι νόμοι και η μηχανική είναι αναγκαίες πτυχές της ζωής για να επιβιώσουμε. Ωστόσο, η ποίηση, ο έρωτας και η αγάπη είναι η αιτία της ύπαρξης μας.»
«Έρωτας του φεγγαριού» Γουές Άντερσον, 2012
Δεκαετία 1960 στην Αμερική.
Ο Γουές Άντερσον κατεσκευάζει ένα σκηνικό σε απαλές αποχρώσεις και μας ξεναγεί σε ένα περιβάλλον με φόντο τη μουσική της Φρανσουάζ Αρντί. Μία σύνθεση εικόνων που νομίζεις πως έχει βγει από πίνακες.
Ένα ρομαντικό «φιλμ» για δύο παιδιά στην ηλικία των 12 oι οποίοι αλληλογραφούν και συναντιούνται σε διάφορες φάσεις φέρνοντας ο καθένας κάποια προσωπικά αντικείμενα μαζί τους. Βασικό τους κοινό είναι η ιδιαίτερη εξυπνάδα και η επιθυμία να ξεφύγουν από την πραγματικότητα και να ζήσουν σε ένα άλλο κόσμο. Ο Σαμ είναι πρόσκοπος και η Σούζη ζει με τους γονείς της στο νησί της Νέας Αγγλίας. Σε μία από τις προσκοπικές του εκδρομές ο Σαμ το σκάει για να πάει να βρει την Σούζη σε μία από τις καθιερωμένες συναντήσεις τους. Περνάνε χρόνο μαζί και σε αυτό το πλαίσιο αναπτύσσεται το ερωτικό ειδύλλιο. Ο προιστάμενος του Σαμ , Ράντυ Γουορντ συνηδειτοποιεί την απουσία του Σαμ και αναλαμβάνει να τον ψάξει με τους υπόλοιπους προσκόπους.Κάπου εδώ πέφτει το κομμάτι, «Le temps de l’amour» και τα δύο παιδιά αρχίζουν και χορεύουν στους ρυθμούς του τραγουδιού φορώντας τα εσώρουχα τους. Μία σκηνή, παράλληλα παιδική αλλά και ενήλικη.
Ο Άντερσον χτίζει ένα μαγικό κόσμο που οι χαρακτήρες μοιάζουν να έχουν βγει από παραμύθι. Παρ' όλα αυτά πρόκειται για μία κατάσταση, αληθινή.Τα δύο παιδιά διαθέτουν δύο βασικά χαρακτηριστικά, η δίψα για απόδραση από την μίζερη πραγματικότητα και η απορία τους για την εξερεύνηση της σωματικής επαφής.
«I have been trying very hard to make friends but I feel people don’t like my personality»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου