Ἀπὸ θεοὺς κι ἀνθρώπους μισημένοι,
σὰν ἄρχοντες ποὺ ἐξέπεσαν πικροί,
μαραίνονται οἱ Βερλαίν· τοὺς ἀπομένει
πλοῦτος ἡ ρίμα πλούσια καὶ ἀργυρή.
Οἱ Οὐγκὸ μὲ «Τιμωρίες» τὴν τρομερὴ
τῶν Ὀλυμπίων ἐκδίκηση μεθοῦνε.
Μὰ ἐγὼ θὰ γράψω μία λυπητερὴ
μπαλάντα στοὺς ποιητὲς ἄδοξοι πού ῾ναι
Ἂν ἔζησαν οἱ Πόε δυστυχισμένοι,
καὶ ἂν οἱ Μπωντλαὶρ ἐζήσανε νεκροί,
ἡ Ἀθανασία τοὺς εἶναι χαρισμένη.
Κανένας ὅμως δὲν ἀνιστορεῖ
καὶ τὸ ἔρεβος ἐσκέπασε βαρὺ
τοὺς στιχουργοὺς ποὺ ἀνάξια στιχουργοῦνε.
Μὰ ἐγὼ σὰν προσφορὰ κάνω ἱερὴ
μπαλάντα στοὺς ποιητὲς ἄδοξοι πού ῾ναι.
Τοῦ κόσμου ἡ καταφρόνια τοὺς βαραίνει
κι αὐτοὶ περνοῦνε ἀλύγιστοι κι ὠχροί,
στὴν τραγικὴ ἀπάτη τους δομένοι
πὼς κάπου πέρα ἡ Δόξα καρτερεῖ,
παρθένα βαθυστόχαστα ἱλαρή.
Μὰ ξέροντας πὼς ὅλοι τους ξεχνοῦνε,
νοσταλγικὰ ἐγὼ κλαίω τὴ θλιβερὴ
μπαλάντα στοὺς ποιητὲς ἄδοξοι πού ῾ναι.
Καὶ κάποτε οἱ μελλούμενοι καιροί:
«Ποιὸς ἄδοξος ποιητής» θέλω νὰ ποῦνε
«τὴν ἔγραψε μίαν ἔτσι πενιχρὴ
μπαλάντα στοὺς ποιητὲς ἄδοξοι πού ῾ναι;»
Επιμέλεια στήλης : Εύη Μουρέλλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου