Κι αν ταξιδέψεις ποτέ μην πηγαίνεις σαν ξένος προς τον τόπο που διαβαίνεις. Σέρνε τα πόδια στους δρομίσκους σα να γεννήθηκες εκεί, νιώσε το χώμα σα ρίζα από αιωνόβιο κουφάρι που έχει δει τον ήλιο αναρίθμητες φορές να γεννιέται και άλλες τόσες να πεθαίνει, μα πάντα με μια υπόσχεση πως θα ανασταίνεται κάθε αυγή. Διάβαινε τους σκονισμένους δρόμους σαν αέρας που περνά και σφηνώνεται στις χαραμάδες των τοίχων, εκεί χαμηλά, στο θεμέλιο λίθο κάθε ρημαγμένης εστίας. Ακούμπησε γερά στους τοίχους, η κάθε τους πέτρα ανιστόρητος πόνος, στα σπλάχνα του τόπου είναι, και αν τύχει και τις ψηλαφίσεις με την έγνοια καρφωμένη στα ακροδάκτυλά σου μην αυταπατάσαι, δεν θα σου μαρτυρήσουν μήτε τον πόνο μήτε το απαγχονισμένο φεγγαρόφως που θωρούν ενώ ιερουργεί τις νύχτες. Μην ταξιδεύεις σαν ξένος στους τόπους όπου διασχίζεις, μα σαν πλαστουργός θεός της κάθε φλέβας από όπου αναβλύζει ο πυρήνας των αστεριών.
Κι αν τύχει και περάσεις τις Ηράκλειες Στήλες αφουγκράσου τα αδυσώπητα στενά, αιώνες τώρα αδιάκοπα από εκεί κελαρύζει ετούτος ο κόσμος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου