Οι λέξεις μου χαράσσουν τις ροές πάνω στη σάρκα
Οι πράξεις μου αντηχούν σε κενούς δρόμους και κλειστά παράθυρα
Τα λόγια μου γραμμένα σε τοίχους σβήνονται και ξαναπατιούνται από πάνω μέχρι τα πάντα να έχουν πλέον ειπωθεί
Ο χρόνος μου γέρος και τρεμάμενος σκαύει στο πρόσωπο του αυλακιές, στηριζόμενος βαριά στη ράβδο του, φορώντας πολύχρωμα, προκλητικά ρούχα
Οι θεοί μου ξεχασμένοι, πλάθουν το ομοίωμα μου στη λάσπη και, πεινασμένοι, καταβροχθίζουν τις σάρκες από τα πλευρά του
Με τα στόματα γεμάτα χώμα και πέτρες ουρλιάζουν «είμαστε αληθινοί» και ύστερα γυρίζουν πίσω τα μάτια και ξεσπούν σε γέλια, καθώς το δέρμα τους αχνίζει από την έξαψη
Ο κόσμος μου ένα ατελείωτο τοπίο από τσιμέντο, κρυμμένο καλά από ανέμους, φως και θάλασσα
Το βλέμμα μου μια φούσκα γεμάτη με καπνό, που ανεβαίνει στο ταβάνι, να σταθεί εκεί μια στιγμή για να δω τα πρόσωπα μας γκρίζα και παραμορφωμένα, εύθραυστα, στην αρχή είναι τα πάντα και μετά είναι τίποτα
Οι σκέψεις μου ένας άνθρωπος χωρίς φύλο, ξαπλωμένος σε τοίχο σκίζει το στομάχι του και από εκεί ξεπροβάλλει ο κόσμος
Με ένα τελευταίο χαμόγελο συνεχίζει να χλευάζει τους προφήτες, όσο οι οδοκαθαριστές τον λούζουν με νερό και τον πετάνε στον υπόνομο, για πάντα χαμένο στο σκοτάδι την υγρασία και τη βρώμα
Η ηθική μου χάνεται σε μια ιδεολογία
Την πιάνει από τα μαλλιά και τη σέρνει στο πάτωμα, έπειτα την ταϊζει και την πλένει με χώμα, ώστε να περνάει απαρατήρητη κρυμμένη μέσα στο κόκκινο σεντόνι της, σέρνοντας πίσω της μπαούλα ανοιχτά γεμάτα φωλιές από σπασμένα φτερά
Η ύπαρξη μας μια φλόγα στην παραλία στο μεταίχμιο φωτός και σκοταδιού, πρώτα χορεύει και φουντώνει, γράφοντας μέσα της έρωτες, ελπίδες και όνειρα μέχρι να βρει ο καθένας τον εαυτό του στη λάμψη της και μετά διαλύεται αθόρυβα μέσα στον καπνό, υποκύπτοντας στην ίδια της τη φύση
Ένα φευγαλέο πέρασμα συνείδησης μέσα στην κοινή μας μήτρα, σπρώχνοντας και κραυγάζοντας για μια κάψα στα μάγουλα
Υπάρχω, είμαι πραγματικός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου