Σκέψου να γεννιέσαι
τη νύχτα που εγώ θα πεθαίνω
Να μην συναντηθούμε ποτέ
Ένα ταξίδι για τη Χώρα του Ποτέ
Χίλια χρόνια μετά
από 'κείνο το πρωινό
που τυχαία [δεν] συναντηθήκαμε
Γέρος πια και πρεζάκι
ο Πίτερ
Τα χαμένα παιδιά,
στα χαμένα και στα ψυχοφάρμακα
Η Τίνκερμπελ
ποιήτρια
αυτοεξόριστη στο Παρίσι
Θυμάσαι τους ινδιάνους;
Τους έφαγε όλους ο Τζον Γουέιν
Κι αν του ξέφυγαν κανά δυο,
έγιναν μετανάστες
Τους μεταφέρει ο Κάπτεν Χουκ
στο αμπάρι του
Έμπορος όπλων,
και διακινητής ψυχών
Μένει μόνο η Γουέντι
που έγινε πόρνη,
για τους καραβανάδες της FRONTEX
που περιπολούν στα σύνορα
ανάμεσα στην πραγματικότητα
και την ελευθερία
Τι καφέ ήπιες εκείνο το πρωί;
Δεν πρόλαβα να σε γνωρίσω
και δεν πρόλαβες να με αρνηθείς
Κάθε δεκαοκτώ χρόνια
ένα λουλούδι,
ένα μοναδικό λουλούδι,
πεθαίνει σε κάποιο μικρό πλανήτη
Η Αλεπού το ήξερε αυτό
χωρίς να το βλέπει
Τι έπινες εκείνο το βράδυ;
Δεν σου μίλησα ποτέ
Έπαιρνα το τελευταίο τρένο
και συ στεκόσουν στην απέναντι αποβάθρα
Πως είπαμε τ' όνομα σου;
Εγώ να σου πω την αλήθεια μου,
δε θυμάμαι πια καθόλου
πως με λένε
Θυμάμαι μόνο πως μοιάζω
Κουρασμένος
με βλέμμα απλανές
Εσύ;
Με θυμάσαι άραγε;
τη νύχτα που εγώ θα πεθαίνω
Να μην συναντηθούμε ποτέ
Ένα ταξίδι για τη Χώρα του Ποτέ
Χίλια χρόνια μετά
από 'κείνο το πρωινό
που τυχαία [δεν] συναντηθήκαμε
Γέρος πια και πρεζάκι
ο Πίτερ
Τα χαμένα παιδιά,
στα χαμένα και στα ψυχοφάρμακα
Η Τίνκερμπελ
ποιήτρια
αυτοεξόριστη στο Παρίσι
Θυμάσαι τους ινδιάνους;
Τους έφαγε όλους ο Τζον Γουέιν
Κι αν του ξέφυγαν κανά δυο,
έγιναν μετανάστες
Τους μεταφέρει ο Κάπτεν Χουκ
στο αμπάρι του
Έμπορος όπλων,
και διακινητής ψυχών
Μένει μόνο η Γουέντι
που έγινε πόρνη,
για τους καραβανάδες της FRONTEX
που περιπολούν στα σύνορα
ανάμεσα στην πραγματικότητα
και την ελευθερία
Τι καφέ ήπιες εκείνο το πρωί;
Δεν πρόλαβα να σε γνωρίσω
και δεν πρόλαβες να με αρνηθείς
Κάθε δεκαοκτώ χρόνια
ένα λουλούδι,
ένα μοναδικό λουλούδι,
πεθαίνει σε κάποιο μικρό πλανήτη
Η Αλεπού το ήξερε αυτό
χωρίς να το βλέπει
Τι έπινες εκείνο το βράδυ;
Δεν σου μίλησα ποτέ
Έπαιρνα το τελευταίο τρένο
και συ στεκόσουν στην απέναντι αποβάθρα
Πως είπαμε τ' όνομα σου;
Εγώ να σου πω την αλήθεια μου,
δε θυμάμαι πια καθόλου
πως με λένε
Θυμάμαι μόνο πως μοιάζω
Κουρασμένος
με βλέμμα απλανές
Εσύ;
Με θυμάσαι άραγε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου