Κάτω από άσπρα αστέρια
σ' ένα μαύρο ουρανό
μελαμψά παιδιά κοιτάζουν ψηλά καθιστά σε κορμούς δεντρων.
Πάνω απ'τα κλαδιά διαγράφεται ένας ορίζοντας.
Η γιαγιά έχει αποκοιμηθεί στην καρέκλα της.
Η ανάσα τους μυρίζει γάλα και μπανάνα.
Έχει ζέστη μα το καλοκαίρι τελειώνει.
Τα τσιγάρα δεν είναι σχηματισμένη ακόμα εικόνα στο μυαλό τους.
Κοιτάζουν το ένα το άλλο όπως κοιτάζουν τη θάλασσα στο πέρα της, κοντά στη γραμμή που τελειώνει.
Πέρα απ' τις γραμμές φυτρώνει ένας ορίζοντας
κι ο χάρτης ολόκληρος χωράει σε μία αίθουσα.
Θα ξεσπάσει πόλεμος. Δε θα το προλάβουν σαν εικόνα.
Κι η γιαγιά θα ξυπνήσει απ'τον κρότο για να πέσει σε ύπνο βαθύ.
Την ανάσα τους δε θα την ξανακαταλάβουν.
αλλά καταριούνται που είν' ακόμα εκεί ,ισχνή και από πεθαμένους βρόγχους.
Σαν βασανιστής που σε κρατάει ζωντανό στο ένα μάτι γιατί από σένα τρώει ψωμί.
Και θα γίνει ένα δωμάτιο 1:100 όλος τους ο κόσμος.
σ' ένα μαύρο ουρανό
μελαμψά παιδιά κοιτάζουν ψηλά καθιστά σε κορμούς δεντρων.
Πάνω απ'τα κλαδιά διαγράφεται ένας ορίζοντας.
Η γιαγιά έχει αποκοιμηθεί στην καρέκλα της.
Η ανάσα τους μυρίζει γάλα και μπανάνα.
Έχει ζέστη μα το καλοκαίρι τελειώνει.
Τα τσιγάρα δεν είναι σχηματισμένη ακόμα εικόνα στο μυαλό τους.
Κοιτάζουν το ένα το άλλο όπως κοιτάζουν τη θάλασσα στο πέρα της, κοντά στη γραμμή που τελειώνει.
Πέρα απ' τις γραμμές φυτρώνει ένας ορίζοντας
κι ο χάρτης ολόκληρος χωράει σε μία αίθουσα.
Θα ξεσπάσει πόλεμος. Δε θα το προλάβουν σαν εικόνα.
Κι η γιαγιά θα ξυπνήσει απ'τον κρότο για να πέσει σε ύπνο βαθύ.
Την ανάσα τους δε θα την ξανακαταλάβουν.
αλλά καταριούνται που είν' ακόμα εκεί ,ισχνή και από πεθαμένους βρόγχους.
Σαν βασανιστής που σε κρατάει ζωντανό στο ένα μάτι γιατί από σένα τρώει ψωμί.
Και θα γίνει ένα δωμάτιο 1:100 όλος τους ο κόσμος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου