{ Έρχομαι και σου πετάω στα μούτρα τη νεανικότητα μου, την αυθάδεια των ονείρων μου, τη μεγαλοπρέπεια του σκοταδιού μου.
Δεν την αντέχεις.
Αποκρούεις πάντα με κακία και τη σιγουριά ενός γέρου, ανάπηρου συναισθηματικά.
Πόσο πολύ σε λάτρεψα.
Τα δύο χέρια καρφωμένα στο κεφάλι μου να σπρώχνουν κάτω με έπνιξαν πια.
Όποτε προσπαθώ να τα βγάλω πάντα τα καις.
Με λόγια, με χάδια, με φωνές, με αναπτήρα.
Γέμισα φοίνικες στο κρεβάτι μου από τη στάχτη να μην χωράω να ξαπλώσω.
Χωράει μόνο το κουφαρένιο σώμα σου γεμάτο όνειρα που δεν έγιναν.
Γεμάτο πληγές τάχα από εμένα.
Πάντα τις τόνιζες.
Τι αηδία και αυτή με τα δίποδα να έχουν τη δυνατότητα λόγου στις πιο άσχημες στιγμές.
Τη σιωπή σαν έννοια δεν την έμαθες ποτέ. Η βία βέβαια μέσα της κρύβει τεράστια αποθέματα.
Ήσουν μεγάλη πουτάνα σ ' αυτό. Το παραδέχομαι.
Σε τυφλώνει ώρες ώρες το σκοτεινό φως.
Κλείνεις τα μάτια. Ο δικός σου ιδεοληπτικός κόσμος είναι πιο φρόνιμος, και ας μας τον φτύνεις πάνω μας.
Και ο γαμημένος είναι κολλητικός.
Δεν έμαθα να προσπερνάω τη κολλητική σαπίλα του εαυτού σου. Πάντα με τραβάει.
Με παρασέρνει σ ένα χώρο μητρικό και ερωτικό.
Κυρίως ερωτικό.
Μάλλον τέτοια ήταν η σχέση μας.
Εγώ σαγαπάω πάντως. Ε ;
Αλλά δεν είσαι εγώ. Δεν θα είσαι ποτέ
Ε
Σε παρακαλώ μην είσαι.
Ε ; }
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου