Τον βλέπεις εκείνο τον τιποτένιο τενεκέ;
Ο Μαρκ είναι, το καστανόξανθο, χλωμό αγόρι.
Ο Μαρκ μου έχει κλέψει την καρδιά, τριγυρίζει με αυτή
καλά κρυμμένη στο πορτοφόλι του, παρέα με 20 δολλάρια
για αλκοόλ, μπέργκερ και τσιγάρα.
Πάνε οι καιροί που δεν κάπνιζα, τώρα καπνίζω σα μανιακή
για να τον συναντώ μέσα στους καπνούς.
Κάθε μου τσιγάρο , μια τρίλεπτη συνάντηση μαζί του.
Τυχεροί οι δαίμονες που με παρέσυραν μαζί του, τη δουλειά τους κάνουν.
Άτυχη εγώ που ερωτεύτηκα και βάρυνα τους πνεύμονές μου με πέντε κιλά καθαρό θάνατο.
Κι όλα αυτά για να τον βλέπω.
-Κυρία Άναμπελ,δεν είμαι καλά!Υποφέρω λέμε!
-Το ξέρω μικρή μου, εγώ είμαι εδώ.
Η κύρια Άναμπελ δεν ψελλίζει ποτέ παραπάνω από μια δυο προτάσεις ή αυτό
πάντα θυμάμαι εγώ καθώς ξυπνάω με ένα κεφάλι σα χιλιοχτυπημένο από τσιμεντένιες
μπουνιές δώδεκα ώρες μετά. Κάθε μέρα , κάθε μήνα , δέκα μήνες. Πόσο θα κρατήσει;
Αναθεματισμένα άσπρα σκηνικά. Για μένα το άσπρο είναι το χρώμα της κόλασης.
Τον βλέπεις εκείνο τον τιποτένιο τενεκέ;
Ο Μαρκ είναι, είμαι ερωτευμένη μαζί του.
Χαζεύω τον αέρα να καλεί σε χορό το καστανόξανθο μαλλί του καθημερινά
από το λευκό μου σπίτι με τα κάγκελα.
Από την ποιητική συλλογή "Βλέπεις το μοβ Λονδίνο;"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου