Τα πρωινά σηκώνομαι προσεκτικά, ήσυχα μην ξυπνήσω τους δαίμονες μου ,
λυγίζω τα πόδια μου και αναζητώ την ισορροπία μου ανάμεσα,
σε άδεια μπουκάλια ,τσαλακωμένες μπάλες μουντζουρωμένων χαρτιών ,
γεμάτα τασάκια και λεκέδες ονείρων που δεν στέγνωσαν ακόμα .
Προχωρώ άδειος στο κενό και σαν κάποιο τιμωρημένο παιδί
που κρυφοβλέπει από μια χαραμάδα,
μιαν αλάνα με άλλα παιδιά, που παίζουν και εύχεται να μην το βρουν ποτέ οι κοροϊδίες τους,
χάνομαι στον ήχο των σκιών.
Η πόρτα που κλείνει σιγά,
το ύφασμα απ'το παλτό που χαϊδεύει το πόμολο,
οι διακόπτες που υποκλίνονται στις σβησμένες λάμπες
τα σπίρτα που σιωπούν πριν φωτίσουν την άκρη ενος τσιγάρου,
καθώς ψιθυριστά μονολογώ:
-οι δαίμονες κοιμούνται , ακόμα μια φορά τους ξεγέλασα .,
τους αφήνω εκεί να κρέμονται στα χείλη ενός ποτηριού,
στα γεμάτα συρτάρια , στα άδεια πακέτα,
στα μισοτελειωμένα κείμενα ,
στους ματωμένους καθρέφτες και τους πρησμένους τοίχους .
Μια χαραμάδα ανοιχτή μονάχα, ν'ανασαίνουν,
μη μου πεθάνουν και χαθώ και γω μαζί τους
λυγίζω τα πόδια μου και αναζητώ την ισορροπία μου ανάμεσα,
σε άδεια μπουκάλια ,τσαλακωμένες μπάλες μουντζουρωμένων χαρτιών ,
γεμάτα τασάκια και λεκέδες ονείρων που δεν στέγνωσαν ακόμα .
Προχωρώ άδειος στο κενό και σαν κάποιο τιμωρημένο παιδί
που κρυφοβλέπει από μια χαραμάδα,
μιαν αλάνα με άλλα παιδιά, που παίζουν και εύχεται να μην το βρουν ποτέ οι κοροϊδίες τους,
χάνομαι στον ήχο των σκιών.
Η πόρτα που κλείνει σιγά,
το ύφασμα απ'το παλτό που χαϊδεύει το πόμολο,
οι διακόπτες που υποκλίνονται στις σβησμένες λάμπες
τα σπίρτα που σιωπούν πριν φωτίσουν την άκρη ενος τσιγάρου,
καθώς ψιθυριστά μονολογώ:
-οι δαίμονες κοιμούνται , ακόμα μια φορά τους ξεγέλασα .,
τους αφήνω εκεί να κρέμονται στα χείλη ενός ποτηριού,
στα γεμάτα συρτάρια , στα άδεια πακέτα,
στα μισοτελειωμένα κείμενα ,
στους ματωμένους καθρέφτες και τους πρησμένους τοίχους .
Μια χαραμάδα ανοιχτή μονάχα, ν'ανασαίνουν,
μη μου πεθάνουν και χαθώ και γω μαζί τους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου