Πάντα οι γιορτές μου έφερναν μια περίεργη μελαγχολία. Πάντα με έβαζαν σε σκέψεις. Θαρρείς που έρχομαι χωριό και έχω χρόνο να σκεφτώ... Θαρρείς που ο εγκέφαλος ποτίζει οξυγόνο... Πάντοτε αυτή η γαμημένη αίσθηση της μελαγχολίας. Πάντα να σκέφτεσαι που βρίσκεσαι και που πας. Να βλέπεις τις ζωές των άλλων. Τις περισσότερες φορές στάσιμες. Να παρατηρείς ανθρώπους και συμπεριφορές. Εκεί που το μυαλό ηρεμεί από την ευθύνη, αρχίζει να νιώθει πιο ανθρώπινο, πιο παρατηρητικό - ίσως.
Κι ύστερα είναι εκείνα τα οικογενειακά τραπέζια που δε μπορείς να αποφύγεις. Και ο καφές με τους φίλους από το σχολείο, τους φίλους που κράταγες πάνω από την τουαλέτα μετά από μεθύσια. Ναι, και αυτό πια μοιάζει υποχρέωση, όσο περνάνε τα χρόνια και οι ρόλοι σοβαρεύουν.
Μια και λέμε για οικογενειακά τραπέζια, θα ήθελα να εστιάσω εδώ και απερίφραστα να εκφράσω την οργή μου. Όχι πως τάχα είμαι αντικοινωνικός ή πως μισώ το σόι. Είναι άνθρωποι που από τύχη - ή ατυχία - έχω δαπανήσει σχεδόν τα δύο τρίτα της ζωής μου, να τους τρώω στη μάπα σε κοινωνικές εκδηλώσεις και λοιπά πανηγυριώτικα events. Καλώς ή κακώς τους έχω ψιλοσυνηθίσει. Καλώς ή κακώς, έχω συμβιβαστεί στην ιδέα, ότι κάθε Χριστούγεννα, Πάσχα, γενέθλια, Καλοκαίρι θα είμαι μαζί τους. Είτε το γουστάρω, είτε όχι. Είναι ένα κοινωνικό υποσύνολο που πρέπει να χωρέσω. Και το ανέχομαι, με αρκετή ικανοποίηση μπορώ να πω. Σχεδόν περνάω καλά.
Όμως, φέτος θαρρείς ήταν ακόμα χειρότερα από πέρσι. Κάθε χρόνο κουβαλάνε και ξέχωρους στο τραπέζι. Κάτι τα σόγια της μιας θείας από το άλλο χωριό, κάτι ο γκόμενος της μιας ξαδέρφης, η γκόμενα του άλλου ξαδέρφου. Αυτοί δε με ενοχλούν. Αν εξαιρέσεις ότι κάποιες φορές νιώθω αλληλεγγύη για το μουρόχαβλο γκόμενο που χει κουβαλήσει η ξαδέρφη, όλα καλά. Θαρρείς πως ο καημένος είναι άβουλος, πως τον πάνε για σφαγή. Πέρσι δεν είχε έρθει φανταστείτε για Πάσχα και σκεφτόταν να τον χωρίσει, γιατί δεν είναι για γάμο έλεγε. Τι τα θέλετε; Πάει αυτός. Κλάφτον. Συγκατοικούνε πλέον. Του φόρτωσε και το σκύλο της. Φέτος είχε φέρει και τους γονείς του. Τα πεθερικά. Ναι, φέτος κάναμε Πάσχα μαζί με τα πεθερικά της ξαδέρφης. Και δεν είναι το γεγονός ότι είναι βλάχοι, μπανάλ και άξεστοι. Όχι, όχι. Αυτό καθόλου δε με πείραξε. Είναι θαρρείς αυτό που νομίζουν ότι όλοι έχουμε τα ίδια σχέδια με τις ζωές μας.
"Πήρες πτυχίο αγόρι μου;"
"Ναι, κυρά Μαρία. Τώρα κάνω διδακτορικό."
"Α! Μπράβο! Σε ποια εταιρεία;"
"Το διδακτορικό είναι πτυχίο κυρά Μαρία."
"Α! Δε τελείωσες δηλαδή;"
Και άντε τώρα εσύ να εξηγείς τι είναι το διδακτορικό στην κυρά Μαρία. Δε θα μπεις στον κόπο. Δε σε πολυνοιάζει και να καταλάβει. "Προίκα θα την πάρεις άλλωστε;" Όμως, η κυρά Μαρία που άλλη δουλειά δεν έχει να κάνει, θα συνεχίσει με τις αδιάκριτες προσωπικές ερωτήσεις μέχρι να της πεις τι στο διάολο είναι το διδακτορικό.
"Καμιά κοπέλα ρε αγόρι μου, εσύ έχεις;", θα ρωτήσει χωρίς καν να σε ξέρει.
"Έχω κυρά Μαρία, αλλά ντρέπεται."
"Άντε, άντε να πάρεις το πτυχίο σου, να παντρευτείς κι εσύ.", θα συνεχίσει ο μονόλογος της κυρά Μαρίας, γιατί μπορεί. Δε θα σε πειράξει. Ηλικιωμένη είναι, ψιλοχαμένα τα 'χει. Κλάιν μάιν, σκέφτεσαι. Ύστερα θα αρχίσουν οι μικρότεροι του σογιού τις αδιάκριτες ερωτήσεις.
"Τι κάνει η Λένα;" - θυμούνται την τελευταία γκόμενα που 'χες φέρει και λένε να ενοχλήσουν.
"Πέθανε.", σκέφτεσαι να απαντήσεις, μπας και τους κοπούν τα γέλια μια και καλή. "Καλά είναι. Θα πάμε στο χωριό της την Τετάρτη." Απαντάς κοτούλα λυράτη. Και το σόι γυρνάει και σε κοιτάζει με καμάρι. "Ορίστε, έχει κοπέλα! Την έχει ακόμα. Πάει για γάμο! Μπράβο!", διαβάζεις στο μυαλό όλων. Λες και πρέπει σώνει και καλά να παντρευτείς. Δε θα σε ενοχλήσει, μήτε η αδιακρισία τους, μήτε οι απαντήσεις που δίνεις. Δε θα τους ξαναδείς σύντομα. Κι αν ναι, δε σε πολυνοιάζει η γνώμη τους. Μετά όμως, ακολουθεί ο καφές με τους φίλους από τα "παλιά".
Όταν φτάνεις τα τριάντα, οι μισοί σου φίλοι είναι από το πανεπιστήμιο και ακόμα διαβάζουν για μεταπτυχιακά και διπλώματα, τρώγοντας τοστ για πλήρες γεύμα, γιατί έφαγαν όλα τα λεφτά σε βινύλια, βιβλία και ξύδια και οι άλλοι μισοί - αυτοί που πάνε ακόμα χωριό - είναι εκεί για να σου θυμίσουν πως προορισμός του ανθρώπου είναι ο γάμος.
Κάπως έτσι, λοιπόν, φέτος το Πάσχα θα βγεις με τον Χ., που επί δεκαπέντε χρόνια αλληλομαζευόσασταν ημιλιπόθυμοι από αλκοόλ, για καφέ. Φέτος σου έχει ετοιμάσει έκπληξη κιόλας. Θα σου φέρει μαζί την Ψ. Με την Ψ. γνωρίστηκαν σε ένα πάρτυ και έκτοτε ο αιώνιος εργένης φίλος, αποφάσισε να κάνει οικογένεια. Σε βγάζει, λοιπόν, για καφέ μετά από κάτι μήνες που έχεις να τον δεις και στο ανακοινώνει. Ενώ, εσύ είσαι έτοιμος να ανακοινώσεις, ότι θα χωρίσεις την επί έξι χρόνια σχέση σου, γιατί ερωτεύτηκες ένα πιπίνι. Και άντε τώρα να το πεις αυτό μπροστά στην Ψ που δε πίνει, δε καπνίζει, δε κερατώνει, δεν αναπνέει. Και ζει με μόνο της στόχο την οικογένεια.
Συνεχίζεις να το κάνεις γαργάρα. Και σκέφτεσαι ποιον φίλο να πάρεις να νιώσεις λίγο όμοιος ανάμεσα σε ομοίους. Ξεκινάς να διαβάζεις τον τηλεφωνικό κατάλογο στο κινητό. Παντρεμένος, με γκόμενα, πρόσφατα χωρισμένος -τρέχει ακόμα πίσω της, και λοιπές παρεμφερείς κατηγορίες. Και κάπου εκεί, αρχίζεις να συνειδητοποιείς, ότι όλοι οι άνθρωποι που γνωρίζεις έχουν σχέση, είτε της έχουν περάσει χαλκά, είτε όχι, είτε είναι ερωτευμένοι με μία γυναίκα για το υπόλοιπο της ζωής τους χωρίς εκείνη να το ξέρει. Γενικώς, "το χουνε τάξει" που λένε. Και ενώ τα έχεις βάλει όλα σε μια τάξη στο κεφάλι σου, αναρωτιέσαι μήπως κάνεις κάτι λάθος.
Μεθύσια έχεις κάνει, γκόμενες έχεις πηδήξει, ξενύχτια μπόλικα. Μήπως ήρθε ώρα να σοβαρευτείς; Σου έχει περάσει υποσυνείδητα η ιδέα. Κι έπειτα, πρέπει να σοβαρεύονται όλοι; Τι φάση; Αρχίζεις να αναρωτιέσαι. Και κάπως έτσι, καταλήγεις ότι κάπου εσύ είσαι λάθος. Και κάπως έτσι, καταλήγεις να παίρνεις τη Λένα τηλέφωνο και ενώ είσαι έτοιμος να της ανακοινώσεις το "ΑΝΤΕ ΓΕΙΑ ΜΩΡΗ ΚΑΙ ΠΟΛΥ ΣΕ ΑΝΕΧΤΗΚΑ", της μιλάς όσο πιο γλυκά της έχεις μιλήσει τα τελευταία πέντε χρόνια. Και όχι γιατί σου 'χει μπει η ιδέα του γάμου. Αλλά γιατί η Λένα είναι όμοιά σου περισσότερο από όλους αυτούς τους μικροαστούς. Και όσο για το πιπίνι. Το κάνεις γαργάρα. Ίσως, όταν πλέον γυρίσεις Αθήνα να σουτάρεις τη Λένα. Ίσως και να την παντρευτείς. Ίσως μέχρι τότε να χεις γίνει παρανάλωμα από τα ξύδια. Ίσως να κάνεις κι εσύ έναν ακόμα γάμο που θα καταλήξει σε ένα λαμπρό διαζύγιο. Μέχρι τότε όμως, τι θα χει να λέει το σόι που ούτε καν φωτογραφίες από τα πτυχία και τα μεταπτυχιακά δεν έχεις αγοράσει να τους πας να καμαρώνουν; Και κυρίως, μέχρι τότε πρέπει να έχεις κάποιον να σε καταλαβαίνει και να σε σώζει από αυτούς. Και όσο καλό και να 'ναι το πιπίνι. Δεν είναι η Λένα. Η Λένα που σε ανέχεται έτσι ρεμάλι που είσαι χωρίς βλέψεις για οικογένεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου