Και ενώ έχεις μια τεράστια συναισθηματική σύγχυση την οποία αποφασίζεις να παραμερίσεις και να βγεις σκάει ελεγκτής στο μετρό. Μαζί με μπάτσο. Και να μη ξέρεις αν το χειρότερο είναι τόσο αυτό όσο το γεγονός ότι μισείς την εκκωφαντικά άδεια σου ύπαρξη. Αλήθεια, δε ξέρω αν το 'χεις νιώσει ποτέ. Να σου δίνουν επιταγές χωρίς αντίκρυσμα. Πόσο ηλίθιος είσαι δικέ μου;
Λες και ο μπάτσος μπορεί να σε κάνει να νιώσεις χειρότερα. Τη δουλειά του κάνει. Και ο ελεγκτής. Και οι δύο θα παραμείνουν στη θέση τους χωρίς ενδεχόμενα ανέλιξης, ενώ εσύ αγωνίζεσαι για λίγη στείρα μόρφωση σε ένα σάπιο σύστημα που παραπαίει. Θα στερηθείς το φαΐ δύο μέρες. Ποιος χέστηκε; Αφού έτσι είναι το κοινωνικό κράτος πρόνοιας θα το δεχτούμε. Θα κατεβάσουμε το κεφάλι για ακόμα μία φορά. Και δεν είναι τόσο ο μπάτσος, μήτε ο ελεγκτής. Λες και μου έφταιξαν σε τίποτα. Λες και όλες μου οι ανησυχίες γυρίζουν γύρω από αυτούς. Θα ήθελαν. Πολύ θα το ήθελαν τα ανθρωποειδή.
Βασανισμένο το μυαλό κι ακόμα ένα βράδυ, κάπου ανάμεσα σε κάτι παρεμφερείς εκδοχές του white russian, σκέφτεται τη μίζερη ύπαρξη την οποία πρεσβεύει. Μακάρι να μην είχαμε πέσει τόσο έξω δικέ μου. Μακάρι να μην είχαμε πέσει τόσο μέσα. Μακάρι να μην ήμασταν τόσο ευκολόπιστοι. Μακάρι να μας ήξεραν περισσότερο ή να τους ξέραμε λιγότερο. Να μην ήμασταν τόσο συναισθηματικοί τελοσπάντων. "Bullshit" θα φωνάξει ο Lebowski από την άκρη του bar σηκώνοντας το ποτήρι του για να κάνει μια πρόποση. "Ας πιούμε στην "χυδαιότητα". Ας πιούμε στους χυδαίους."
Ποιοι είναι αυτή ρε dude? Θα σκεφτείς να ρωτήσεις. Και θα ξέρεις την απάντηση. Απλά θα γυρεύεις μια ακόμα επιβεβαίωση για αυτή σου την κατρακύλα. Και δεν είναι τόσο το συναίσθημα, το κενό που δεν πληρώθηκε ποτέ. Όχι, όχι. Ούτε καν το γαμώτο δεν είναι. Είναι πολύ περισσότερο το ότι μισείς τον εαυτό σου που μπόρεσε να αγαπήσει κάτι χυδαίο. Ή που ντρέπεσαι για πάρτη του, για το συναισθηματικό του ξεπεσμό. Που ένιωσε τάχα την ανάγκη να αγαπήσει κάτι τόσο ευτελές. Γιατί να...για να αγαπήσεις κάτι, να πιστέψεις σ' αυτό πρέπει πάνω από όλα να το έχεις ανάγκη. Έχουμε τάχα ανάγκη για χυδαιότητα;, θα ρωτήσεις. Έχουμε ανάγκη για παραμύθι, θα σου απαντήσω.
Παρακινημένοι από την ανάγκη μας να εναποθέσουμε εκείνη τη σκλάβα την ελευθερία μας, πιστεύουμε στα πιο ευφάνταστα παραμύθια. Πιστεύουμε στις πιο μεγάλες μπαρούφες. Λες και θα αλλάξουν την κατάσταση. Ορμώμενοι από την ανάγκη να πιαστούμε από κάπου βασανιζόμαστε και βασανίζουμε. Ειδικά τούτο το τελευταίο. Τι μπαρούφες να 'χεις πει δικέ μου; Λες και τάχα χρειάστηκε ποτέ να τις πεις. Λες και σκέφτηκες ποτέ τι αντίκτυπο είχαν. Λες και θα το σκεφτείς τώρα. Λες και με νοιάζει πλέον. Λες και έχει νόημα που τα γράφω όλα τούτα.
Ξέρεις, ένας φίλος προχθές είπε πως "Χυδαιότητα δεν είναι να μιλάς για την ερωτική πράξη. Χυδαιότητα είναι να μιλάς για την ερωτική πράξη περικλείοντας την με ένα συναίσθημα που δε νιώθεις". Τούτο, ναι βγάζει κάπως νόημα για το τι είναι χυδαίο. Λες και είναι οι πράξεις που είναι χυδαίες. Λες και δεν είμαστε εμείς που παραμυθιαζόμαστε.
Και δε βγάζω την ουρά μου απ' έξω. Θαρρείς και έχω πει κι εγώ μπόλικα ψέματα στον εαυτό μου. Όχι, όχι. Ποτέ στους άλλους. Πάντοτε στον εαυτό μου. Γιατί κάθε ψέμα που λες είναι πρώτα από όλα απέναντι στον εαυτό σου. Ξέρεις, κάπου μέσα μου τα έχω αναιρέσει τα περισσότερα. Απλά ακόμα με μισώ. Με μισώ. Σιχαίνομαι να σε νιώθω πλάι μου, να νιώθω έστω πως κάπου υπάρχεις. Θα 'θελα να σου γκρέμιζα ένα όνειρο, έτσι από εγωισμό ή αντιπάθεια. Μάλλον από εγωισμό. Μα βαθιά μέσα μου πια ξέρω πως είναι τόσο ανώριμο, τόσο χυδαίο. Σχεδόν σα το φέρσιμό σου, ή ένα ακόμα ψέμα που ετοιμάζεσαι να πεις.
Αηδιάζω ακόμα και τώρα που σου γράφω. Θα πιω ένα αντισηπτικό να καθαρίσει το μέσα μου. Θα πλυθώ και δυο-τρεις φορές με χλωρίνη. Κάποιο βράδυ ημιλιπόθυμος από τα τόσα καθαριστικά θα το ξεπεράσω. Όχι, όχι εσένα. Μην έχεις κάποια τάχα λαθεμένη αντίληψη για του λόγου σου. Δεν είσαι τίποτα παραπάνω από μία ακόμα. Μία σα τις άλλες πλανεύτρες παλλακίδες, σαν κάποια τάχα θεϊκή μορφή. Θαρρείς μούσα, θαρρείς σειρήνα. Μια φτηνή απ' αυτές. Λες και ο κόσμος έχει έλλειψη από δαύτες. Και το επόμενο πρωί τα έχει όλα αναιρέσει, ανίκανη να στηρίξει τις λέξεις που είπε το προηγούμενο βράδυ.
Ξέρεις, σε λυπάμαι. Σε λυπάμαι γιατί χάνεσαι σε λέξεις και ορισμούς. Χάνεσαι και χάνεις. Και δε ξέρεις μήτε ποια είσαι, μήτε ποια θες να είσαι. Το μόνο που ξέρεις, όλα όσα λες. Κείνα που φαίνονται. Κείνα που μπορείς να δεις και να αγγίξεις. Όλα όσα άφησε η ανασφάλειά σου να μείνουν στην επιφάνεια, ενώ εκείνος ο σακάτης τρόμος σε έχει κυριεύσει. Ο τρόμος μήπως κάποιος ανακαλύψει κάτι από όσα κρύβεις, μήπως σε πλησιάσει παραπάνω.
Και πια κανένα νόημα δεν έχει να μου αλλάξεις τη δική μου άποψη. Πάει, πέρασε αυτή, δε γυρίζει πίσω. Μόνο νόημα για τη δική σου ζωή. Βαθιά μέσα μου σε νοιάζομαι. Βαθιά μέσα μου με μισώ. Δε ξέρω πόσο πόνο έχεις νιώσει στη ζωή και φέρεσαι έτσι. Ήμουν εδώ για να μου πεις. Πια λυπάμαι. Και δε σου κρύβω πως τούτο με αδειάζει κάπως. Γι' αυτό και με μισώ-ίσως και γιατί κάπου μέσα σου είδα τα λάθη μου. Τρόμαξα. Ποτέ δεν έχω λυπηθεί κανέναν άλλο τόσο. Όσο εσένα, όσο εμένα. Όσο τάχα τα λάθη που έκανες και δεν υπολόγισες, τους ανθρώπους που δεν υπολόγισες. Όσο τα λάθη που τάχα έκανα και δεν υπολόγισα, τους ανθρώπους που δεν υπολόγισα. Κάπου μέσα σε όλα αυτά κι εμένα. Ναι κάπως κι εμένα. Και έτσι κατάφερα να αδειάσω ότι ωραίο είχα κρατήσει πια μέσα σε αυτή τη σάρκα.
Λες και ο μπάτσος μπορεί να σε κάνει να νιώσεις χειρότερα. Τη δουλειά του κάνει. Και ο ελεγκτής. Και οι δύο θα παραμείνουν στη θέση τους χωρίς ενδεχόμενα ανέλιξης, ενώ εσύ αγωνίζεσαι για λίγη στείρα μόρφωση σε ένα σάπιο σύστημα που παραπαίει. Θα στερηθείς το φαΐ δύο μέρες. Ποιος χέστηκε; Αφού έτσι είναι το κοινωνικό κράτος πρόνοιας θα το δεχτούμε. Θα κατεβάσουμε το κεφάλι για ακόμα μία φορά. Και δεν είναι τόσο ο μπάτσος, μήτε ο ελεγκτής. Λες και μου έφταιξαν σε τίποτα. Λες και όλες μου οι ανησυχίες γυρίζουν γύρω από αυτούς. Θα ήθελαν. Πολύ θα το ήθελαν τα ανθρωποειδή.
Βασανισμένο το μυαλό κι ακόμα ένα βράδυ, κάπου ανάμεσα σε κάτι παρεμφερείς εκδοχές του white russian, σκέφτεται τη μίζερη ύπαρξη την οποία πρεσβεύει. Μακάρι να μην είχαμε πέσει τόσο έξω δικέ μου. Μακάρι να μην είχαμε πέσει τόσο μέσα. Μακάρι να μην ήμασταν τόσο ευκολόπιστοι. Μακάρι να μας ήξεραν περισσότερο ή να τους ξέραμε λιγότερο. Να μην ήμασταν τόσο συναισθηματικοί τελοσπάντων. "Bullshit" θα φωνάξει ο Lebowski από την άκρη του bar σηκώνοντας το ποτήρι του για να κάνει μια πρόποση. "Ας πιούμε στην "χυδαιότητα". Ας πιούμε στους χυδαίους."
Ποιοι είναι αυτή ρε dude? Θα σκεφτείς να ρωτήσεις. Και θα ξέρεις την απάντηση. Απλά θα γυρεύεις μια ακόμα επιβεβαίωση για αυτή σου την κατρακύλα. Και δεν είναι τόσο το συναίσθημα, το κενό που δεν πληρώθηκε ποτέ. Όχι, όχι. Ούτε καν το γαμώτο δεν είναι. Είναι πολύ περισσότερο το ότι μισείς τον εαυτό σου που μπόρεσε να αγαπήσει κάτι χυδαίο. Ή που ντρέπεσαι για πάρτη του, για το συναισθηματικό του ξεπεσμό. Που ένιωσε τάχα την ανάγκη να αγαπήσει κάτι τόσο ευτελές. Γιατί να...για να αγαπήσεις κάτι, να πιστέψεις σ' αυτό πρέπει πάνω από όλα να το έχεις ανάγκη. Έχουμε τάχα ανάγκη για χυδαιότητα;, θα ρωτήσεις. Έχουμε ανάγκη για παραμύθι, θα σου απαντήσω.
Παρακινημένοι από την ανάγκη μας να εναποθέσουμε εκείνη τη σκλάβα την ελευθερία μας, πιστεύουμε στα πιο ευφάνταστα παραμύθια. Πιστεύουμε στις πιο μεγάλες μπαρούφες. Λες και θα αλλάξουν την κατάσταση. Ορμώμενοι από την ανάγκη να πιαστούμε από κάπου βασανιζόμαστε και βασανίζουμε. Ειδικά τούτο το τελευταίο. Τι μπαρούφες να 'χεις πει δικέ μου; Λες και τάχα χρειάστηκε ποτέ να τις πεις. Λες και σκέφτηκες ποτέ τι αντίκτυπο είχαν. Λες και θα το σκεφτείς τώρα. Λες και με νοιάζει πλέον. Λες και έχει νόημα που τα γράφω όλα τούτα.
Ξέρεις, ένας φίλος προχθές είπε πως "Χυδαιότητα δεν είναι να μιλάς για την ερωτική πράξη. Χυδαιότητα είναι να μιλάς για την ερωτική πράξη περικλείοντας την με ένα συναίσθημα που δε νιώθεις". Τούτο, ναι βγάζει κάπως νόημα για το τι είναι χυδαίο. Λες και είναι οι πράξεις που είναι χυδαίες. Λες και δεν είμαστε εμείς που παραμυθιαζόμαστε.
Και δε βγάζω την ουρά μου απ' έξω. Θαρρείς και έχω πει κι εγώ μπόλικα ψέματα στον εαυτό μου. Όχι, όχι. Ποτέ στους άλλους. Πάντοτε στον εαυτό μου. Γιατί κάθε ψέμα που λες είναι πρώτα από όλα απέναντι στον εαυτό σου. Ξέρεις, κάπου μέσα μου τα έχω αναιρέσει τα περισσότερα. Απλά ακόμα με μισώ. Με μισώ. Σιχαίνομαι να σε νιώθω πλάι μου, να νιώθω έστω πως κάπου υπάρχεις. Θα 'θελα να σου γκρέμιζα ένα όνειρο, έτσι από εγωισμό ή αντιπάθεια. Μάλλον από εγωισμό. Μα βαθιά μέσα μου πια ξέρω πως είναι τόσο ανώριμο, τόσο χυδαίο. Σχεδόν σα το φέρσιμό σου, ή ένα ακόμα ψέμα που ετοιμάζεσαι να πεις.
Αηδιάζω ακόμα και τώρα που σου γράφω. Θα πιω ένα αντισηπτικό να καθαρίσει το μέσα μου. Θα πλυθώ και δυο-τρεις φορές με χλωρίνη. Κάποιο βράδυ ημιλιπόθυμος από τα τόσα καθαριστικά θα το ξεπεράσω. Όχι, όχι εσένα. Μην έχεις κάποια τάχα λαθεμένη αντίληψη για του λόγου σου. Δεν είσαι τίποτα παραπάνω από μία ακόμα. Μία σα τις άλλες πλανεύτρες παλλακίδες, σαν κάποια τάχα θεϊκή μορφή. Θαρρείς μούσα, θαρρείς σειρήνα. Μια φτηνή απ' αυτές. Λες και ο κόσμος έχει έλλειψη από δαύτες. Και το επόμενο πρωί τα έχει όλα αναιρέσει, ανίκανη να στηρίξει τις λέξεις που είπε το προηγούμενο βράδυ.
Ξέρεις, σε λυπάμαι. Σε λυπάμαι γιατί χάνεσαι σε λέξεις και ορισμούς. Χάνεσαι και χάνεις. Και δε ξέρεις μήτε ποια είσαι, μήτε ποια θες να είσαι. Το μόνο που ξέρεις, όλα όσα λες. Κείνα που φαίνονται. Κείνα που μπορείς να δεις και να αγγίξεις. Όλα όσα άφησε η ανασφάλειά σου να μείνουν στην επιφάνεια, ενώ εκείνος ο σακάτης τρόμος σε έχει κυριεύσει. Ο τρόμος μήπως κάποιος ανακαλύψει κάτι από όσα κρύβεις, μήπως σε πλησιάσει παραπάνω.
Και πια κανένα νόημα δεν έχει να μου αλλάξεις τη δική μου άποψη. Πάει, πέρασε αυτή, δε γυρίζει πίσω. Μόνο νόημα για τη δική σου ζωή. Βαθιά μέσα μου σε νοιάζομαι. Βαθιά μέσα μου με μισώ. Δε ξέρω πόσο πόνο έχεις νιώσει στη ζωή και φέρεσαι έτσι. Ήμουν εδώ για να μου πεις. Πια λυπάμαι. Και δε σου κρύβω πως τούτο με αδειάζει κάπως. Γι' αυτό και με μισώ-ίσως και γιατί κάπου μέσα σου είδα τα λάθη μου. Τρόμαξα. Ποτέ δεν έχω λυπηθεί κανέναν άλλο τόσο. Όσο εσένα, όσο εμένα. Όσο τάχα τα λάθη που έκανες και δεν υπολόγισες, τους ανθρώπους που δεν υπολόγισες. Όσο τα λάθη που τάχα έκανα και δεν υπολόγισα, τους ανθρώπους που δεν υπολόγισα. Κάπου μέσα σε όλα αυτά κι εμένα. Ναι κάπως κι εμένα. Και έτσι κατάφερα να αδειάσω ότι ωραίο είχα κρατήσει πια μέσα σε αυτή τη σάρκα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου