Άναψε κι απόψε ένα τσιγάρο για να τον συντροφεύσει, καθώς εκείνη απομακρυνόταν μαζί με το σκοτάδι εκείνης της νύχτας. Ήταν μία από όλες εκείνες τις αδιάφορες που περνούσαν κάθε βράδυ από το κρεβάτι του, μετά από εκείνα τα υγρά βράδια- υγρά από το αλκοόλ- που έβγαινε και τα έπινε με τους κολλητούς τους. Και δεν ήταν άσχημη. Ήταν ίσως μία από τις πιο όμορφες γυναίκες που είχε κανείς δει. Απλά ήταν αδιάφορη. Όπως και οι όμοιες της. Κάθε βράδυ έβγαιναν για να ψωνιστούν σε διάφορα κλαμπ, για να βρουν κάποιον επίδοξο εραστή, ο οποίος θα κάλυπτε με σπέρμα τις ανασφάλειες τους. Δεν ήταν κακά κορίτσια. Όλες τους θα μπορούσαν να έχουν υπάρξει πρωταγωνίστριες σε διηγήματα του Μπουκόφσκι. Η καθεμιά τους είχε και μια ιστορία. Αλλά πόσες ιστορίες να προλάβεις να μάθεις μέσα σε ένα βράδυ; Αυτός ήταν άλλωστε και ο λόγος που τις προτιμούσε. Βαριόταν να ακούει. Θεωρούσε πως τα πράγματα ήταν πολύ απλά για να τα περιπλέκουμε. Αν και κατά βάθος απλά φοβόταν μήπως και δενόταν με κάποια από όλες. Και μετά υποχρεώσεις και υποχρεώσεις. Και αντίο καριέρα. Και είχε θυσιάσει τόσα για αυτή την καριέρα. Δε θα άφηνε μία γυναίκα να του την στερήσει.
Αυτός ήταν και ο λόγος που δε γνώρισε ποτέ του την Χ. Η Χ... Η Χ ήταν μία κοπέλα αρκετά όμορφη, η οποία του αφιέρωσε αρκετό χρόνο από τη ζωή της, για να είναι στην άλλη γραμμή του ακουστικού και να τον ακούει. Η Χ ήταν πολύ περισσότερα από όλα αυτά. Πρόλαβαν να κάνουν μαζί τόσες σκέψεις, τόσα σχέδια. Κι ύστερα δε γνωρίστηκαν ποτέ. Και δεν είναι πως δε το θέλησε. Απλά τι νόημα θα είχε; Ζούσαν εφτά ώρες μακριά ο ένας από τον άλλο. Είχαν ήδη ξεκινήσει να χτίζουν τις ζωές τους σε διαφορετικά ημισφαίρια. Κι ακόμα κι αν βαθιά μέσα του ήθελε να πιστέψει πως εκείνη θα διέσχιζε τον ωκεανό για να είναι μαζί, το ήξερε καλά πως έτρεφε αυταπάτες. Γι' αυτό και δε το επεδίωξε ποτέ, ούτε καν εκείνο το καλοκαίρι που πήγε να τη βρει. Ούτε καν τότε, δε προσπάθησε να τη γνωρίσει. Ήξερε πως αν ήθελε θα τον έβρισκε. Όμως δεν έκανε καμία κίνηση ούτε εκείνη. Κάποιες μέρες έστειλε στον κολλητό του, να τον ρωτήσει τι κάνει, περιμένοντας να μάθει νέα του. Όμως εκείνος δε της αποκάλυψε τίποτε. Ήθελε να την αναγκάσει να του στείλει. Όμως εκείνη δε το έκανε.
Ήταν εξίσου δειλή, εξίσου κυνική και πραγματίστρια. Ήξερε πως δεν θα άλλαζε τη ζωή της για κανέναν άντρα. Ακόμα και αν το ήθελε, ακόμα κι αν ήξερε πως εκείνος ο άντρας το άξιζε. Γι' αυτό εκείνο το καλοκαίρι πέρασε. Και οι δυο τους δε γνωρίστηκαν. Συνέχισαν να αναλώνονται σε καθημερινές αυταπάτες, σε συναισθηματικούς βάλτους και ρηχότητες. Έκαναν μια απέλπιδη προσπάθεια να μιλήσουν, να μάθουν τι συνέβη εκείνο το καλοκαίρι. Όμως δεν είχε πλέον νόημα για κανέναν από τους δυο. Είχαν πλέον κάνει τις επιλογές τους. Οι εγωισμοί τους είχαν πληγωθεί πολύ για να καταφέρουν να θυσιαστούν. Και κάπως έτσι, έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου